ΤΑ ΠΕΡΙ ΑΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Σαν σήμερα το 1453 «Η Πόλις εάλω»

Σαν σήμερα το 1453 «Η Πόλις εάλω»

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ’ όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης.

Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά. Οι θρησκευτικές έριδες, οι εμφύλιες διαμάχες, οι σταυροφορίες, η επικράτηση του φεουδαρχισμού και η εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της είχαν καταστήσει την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία ένα «φάντασμα» του ένδοξου παρελθόντος της.

Το Βυζάντιο σ’ εκείνη την κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών του, δεν μπορούσε να ελπίζει παρά μόνο στη βοήθεια της καθολικής Ευρώπης, η οποία όμως ήταν μισητή στους κατοίκους της Κωνσταντινούλης. Η ύπαρξη «Ενωτικών» και «Ανθενωτικών» δίχαζε τους Βυζαντινούς. Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μία απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε’ για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών, αλλά αποδέχθηκε το αίτημα του αυτοκράτορα να στείλει στην Κωνσταντινούπολη ιερείς, προκειμένου να πείσουν τον λαό για την αναγκαιότητα της Ένωσης.

Οι απεσταλμένοι του Πάπα, καρδινάλιος Ισίδωρος και ο αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης Λεονάρδος, λειτούργησαν στην Αγία Σοφία, προκαλώντας την αντίδραση του κόσμου, που ξεχύθηκε στους δρόμους και γέμισε τις εκκλησίες, όπου λειτουργούσαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον μετέπειτα πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «Την γαρ Λατίνων ούτε βοήθειαν ούτε την ένωσιν χρήζομεν. Απέστω αφ’ ημών η των αζύμων λατρεία».

Το μίσος για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, ενώ αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί.

Αντίθετα, οι Οθωμανοί φαίνεται ότι συμπεριφέρονταν καλύτερα προς τους χριστιανούς. Πολλοί χριστιανοί είχαν υψηλές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, ακόμη και στο στράτευμα, ενώ κυριαρχούσαν στο εμπόριο. Οι χωρικοί πλήρωναν λιγότερους φόρους και ζούσαν με ασφάλεια. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη είχε σχηματισθεί μία μερίδα που διέκειτο ευνοϊκά προς τους Οθωμανούς. Την παράταξη αυτή εξέφραζε ο Λουκάς Νοταράς με τη φράση «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν».

Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.

Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2.000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού.

Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1.000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.

Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.

Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, περίπου 70 πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.

Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος. Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.

Πηγή: sansimera.gr

Της Αναλήψεως

ANALIPSIΗ  μαλλιαρή και οι ψυχές των νεκρών που επιστρέφουν σε κόλαση και παράδεισο .

canon-02-06-2011-020

Σαράντα ημέρες πέρασαν από την Ανάσταση. H Πέμπτη της Αναλήψεως είναι η ημέρα που ψάλλεται για τελευταία φορά το «Χριστός Ανέστη» στην Εκκλησία. Είναι ο κύκλος του Πάσχα που κλείνει.

Σε όποιο σπίτι έμειναν δάφνες, λουλούδια από το Πάσχα πρέπει να καούν. Κι αν καιροφυλακτήσει τα μεσάνυχτα ο πιστός, θα δει τους ουρανούς που ανοίγουν για να περάσει ο Χριστός. «Όσοι είναι καθαροί, ξαγρυπνούν τη νύχτα, να δουν τον Χριστό που «αναλήφεται». Οι άξιοι βλέπουν ένα φως, που ανεβαίνει στον ουρανό…».

Αυτό αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής  Δημήτριος Λουκάτος στο βιβλίο του «Τα Πασχαλινά και της Άνοιξης», στο κεφάλαιο για την «Πέμπτη της Αναλήψεως». Είναι η ημέρα που οι ψυχές των νεκρών, ακόμα και των αμαρτωλών που ήταν στην Κόλαση και από την ημέρα του Πάσχα, της Ανάστασης, ήταν ελεύθερες να κυκλοφορούν στη γη, ανάμεσα στους ζωντανούς και τους οικείους τους, με την Ανάληψη του Χριστού πρέπει να γυρίσουν στον τόπο τους. Είναι πικραμένες γι’ αυτό, αλλά οι δικοί τους τις βοηθούν να βρουν ήσυχα και με ευχαρίστηση τον δρόμο τους. Πάνε στα νεκροταφεία και ανάβουν κεριά στους τάφους και στα χωριά συγκεντρώνονται οι γείτονες στα σπίτια των ανθρώπων που έχουν νεκρούς και κάθονται σιωπηλοί με τα κεριά στο χέρι, ανάβουν κεριά στα παράθυρα, φτιάχνουν κόλλυβα και πίτες και μοιράζουν φαγώσιμα, κάνουν φιλανθρωπίες, για τη συγχώρηση και ανάπαυση των νεκρών τους.

Μπάνιο στη θάλασσα – η πέτρα η μαλλιαρή

Υπάρχει, όμως, και η τρίτη παραδοσιακή διάσταση της γιορτής της Αναλήψεως κι αυτή είναι «η κάθοδος στη θάλασσα». H γιορτή της Αναλήψεως είναι η πρώτη μέρα του καλοκαιριού, που ο λαός της υπαίθρου επιτρέπει στον εαυτό του να κατέβει στη θάλασσα και να βουτήξει για κολύμπημα στο νερό.

Πριν από την ημέρα αυτήν, η θάλασσα μπορεί να του κάμει κακό. Και κατεβαίνει συνήθως το απόγευμα ή το μεσημέρι, μετά τη λειτουργία, και βουτά, έστω και μόνο τα πόδια του, στο νερό, αφού κάνει τον σταυρό του και μετρήσει, με τις φούχτες του, 40 κύματα, όσες είναι οι μέρες από το Πάσχα. Οι νοικοκυρές έχουν πάρει μαζί τους μπουκάλια, όπου μαζεύουν νερό της θάλασσας «από σαράντα κύματα» και το φέρνουν στο σπίτι, να ραντίσουν τον χώρο και να πουν: «Οπως ανελήφτηκε ο Χριστός, έτσι να ανεληφτή από το σπίτι μας κάθε κακό. N’ ανεληφτή η κακογλωσσιά, η αρρώστια και το κακό μάτι»! Θα φυλάξουν κιόλας νερό, να το έχουν όλο τον χειμώνα για γιατρικό, σε πρήξιμο ή δάγκωμα ή βάσκαμα ή αρρώστια.

Αλλά και οι κολυμβητές που πρωτομπαίνουν στη θάλασσα πλένονται με το νερό της και λένε: «Αναλείβεται ο Χριστός, αναλείβομαι κι εγώ. Ο,τι κακό έχω απάνω μου να φύγει». H λέξη «ανάληψις» συγχέεται με την «ανάλειψη», κάτι που έχει σχέση με το αλείφομαι και την αλοιφή. Γι’ αυτό, στην Ηπειρο, με πηλό άλειβαν, για να φύγουν, το έκζεμα και τις λειχήνες.

Στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας «άντρες και γυναίκες μπαίναν ώς τα γόνατα στη θάλασσα, παίρναν από 40 κύματα νερό σε ένα μπουκάλι. Σταυροκοπιόνταν και αγναντεύοντας τον ανοιχτό ορίζοντα κατευόδωναν τον Χριστό λέγοντας «Αντε, Χριστέλλη μου, στο καλό!» Κι έψαχναν στον πρόχειρο βυθό της θάλασσας, εκεί στα ρηχά, να βρουν μια πέτρα με βρύα, την περίφημη «πέτρα μαλλιαρή».

57f17-canon-02-06-2011-020

Όποιος την εύρισκε την έπαιρνε στο σπίτι του, ως φορέα ευτυχίας! H πέτρα αυτή, με το ρίζωμα και τη βλάστησή της μέσα στη θάλασσα, συμβολίζει όλη τη δύναμη και την ουσία του θαλασσινού στοιχείου που, κατά τον Ευριπίδη, (Ιφιγένεια, η εν Ταύροις, 1193) «κλύζει πάντα τ’ ανθρώπων κακά!». Είναι δηλαδή η θάλασσα καθαρτική και ανανεωτική, ιδιαίτερα την ημέρα της Αναλήψεως, όταν με την παρουσία του Χριστού στους αιθέρες, ουρανός και θάλασσα έχουν αγιασθεί».

Με το καλό, το πρώτο μπάνιο, σε όσους κρατούν τα έθιμα και, γενικά, δίνουν πίστη στη σοφία και την πείρα του λαού, αυτό που κάνει τη λαογραφία αστείρευτη πηγή γνώσεων και συνέχειας…

Πηγή:kathimerini.gr

Μινωικό γεύμα στον Κάρολο στη Βίλα Αριάδνη

 Πυρετώδεις ήταν οι προετοιμασίες στη Βίλα Αριάδνη στο πλαίσιο υποδοχής του πρίγκιπα Καρόλου του Ηνωμένου Βασιλείου.

Στη Βίλα Αριάδνη παρατέθηκε γεύμα στον πρίγκιπα Κάρολο με ελάχιστους και υψηλούς προσκεκλημένους. Η Μαριάννα Βαρδινογιάννη, η Έλενα Δομαζάκη της Creta Farms, η Χριστίνα Χαλκιαδάκη, η διεθνούς φήμης και κρητικής καταγωγής σχεδιάστρια Σοφία Κοκοσαλάκη αλλά και η Μαρεύα Μητσοτάκη περιλαμβάνονται ανάμεσα στους καλεσμένους.

Όλοι καλεσμένοι της Κατερίνας Φρέντζου, ιδρύτρια του Branding Heritage, στο πλαίσιο του οποίου πραγματοποιείται η μεγάλη έκθεση αφιέρωμα στη Μινωική Κρήτη αλλά και βρίσκεται στο νησί το πριγκιπικό ζεύγος του Ηνωμένου Βασιλείου.

Πήλινα κιούπια, που παραπέμπουν ευθέως στα μινωικά αγγεία και σκεύη, επιστρετεύτηκαν για να προετοιμαστεί το παραδοσιακό κρητικό γεύμα στον πρίγκιπα Κάρολο. Ο πρίγκιπας Κάρολος μυήθηκε στη βάση της μινωικής διατροφής, της οποίας οι επιρροές φτάνουν μέχρι και σήμερα.

Το γεύμα παρατίθεται στο πλαίσιο του Branding Heritage – Contemporary Minoans, το οποίο οργανώνει το διήμερο συμπόσιο «ωδή» στον Μινωικό πολιτισμό και την ελληνική κληρονομιά.

Σημειώνεται ότι η Βίλα Αριάδνη αποτέλεσε την κατοικία του Sir Άρθουρ Έβανς κατά το διάστημα που έμενε στην Κρήτη για να πραγματοποιεί τις ανασκαφές στο Ανάκτορο της Κνωσού. Έκτοτε ανήκει στην Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή και χρησιμοποιείται για έρευνες αναφορικά με την Κνωσό.

Η Έλενα Δομαζάκη της Creta Farms αλλά και η Χριστίνα Χαλκιαδάκη ανάμεσα στους υψηλούς προσκεκλημένους στο γεύμα προς τιμήν του πρίγκιπα Καρόλου

Στη Βίλα Αριάδνη η Μαριάννα Βαρδινογιάννη, η ιδρύτρια του Zeus+Dione Μαρεύα Μητσοτάκη και η ιδρύτρια του Branding Heritage Κατερίνα Φρέντζου

Πυρετώδεις ήταν οι προετοιμασίες πριν την άφιξη του πριγκιπικού ζεύγους

ΠΗΓΗ  ΝΕΑ ΚΡΗΤΗ

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΣΠΑΘΑΡΗΣ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΟΠΑΙΚΤΗΣ .

eugenios-spatharhs-570

Ευγένιος Σπαθάρης- «Ακούσατε…Ακούσατε !» Σαν σήμερα πριν από 9 χρόνια

Ο Ευγένιος Σπαθάρης ήταν ζωγράφος, ίσως ο σημαντικότερος καραγκιοζοπαίχτης των τελευταίων δεκαετιών και άξιος πρεσβευτής της ελληνικής παράδοσης. Ήταν ένας άνθρωπος που πέρασε όλη του την ζωή πίσω από τον μπερντέ. Άλλωστε το έλεγε και ο ίδιος: «Δεν θα σταματήσω να παίζω στον μπερντέ. Αν μου στερήσεις τον Καραγκιόζη, θα πεθάνω».

Γεννήθηκε στις 2 Ιανουαρίου του 1924 στην Κηφισιά. Όταν τελείωσε το σχολείο ασχολήθηκε με την ζωγραφική. Έχοντας έρθει ήδη σε επαφή με το θέατρο σκιών από μικρή ηλικία, αποφάσισε να συνδυάσει τα δυο ενδιαφέροντά του σε ένα. Άλλωστε ο πατέρας του, Σωτήρης, ήταν γνωστός καραγκιοζοπαίχτης και ο Ευγένιος Σπαθάρης είχε μέσα στο σπίτι του ένα ανεκτίμητο σχολείο.

Άρχισε να μιμείται τον πατέρα του στο σπίτι. Αλλά ο πατέρας του δεν ήθελε να κάνει ο ίδιο επάγγελμα με αυτόν και του απαγόρευσε να πιάνει τις φιγούρες. Η περιπλανώμενη ζωή του καραγκιοζοπαίχτη φαίνεται πως τον έχει κουράσει με όλες τις δυσκολίες της και προτιμούσε για τον γιο του κάποιο άλλο επάγγελμα, όπως αυτό του αρχιτέκτονα.

Τον πείθει όμως να πηγαίνει μαζί του και να τον βοηθάει. Ζωγραφίζει καινούργιες φιγούρες και η προσήλωση που δείχνει κάνει τον πατέρα του να αλλάζει σταδιακά γνώμη. Μια μέρα, ο χτυπημένος από την φυματίωση πατέρας του δεν θα μπορέσει να δώσει μια παράσταση. Ο Ευγένιος προσπαθεί να πάρει την άδεια του ώστε να τον αντικαταστήσει. Ο πατέρας είπε το «ναι» στον 17χρονο γιο του. Έναν μήνα αργότερα θα δει κρυφά μια παράστασή του. Δεν του ξαναείπε ποτέ να γίνει αρχιτέκτονας.

Ο Ευγένιος Σπαθάρης ξεκίνησε να δίνει παραστάσεις μέσα στα δύσκολά χρόνια της κατοχής. Και από τότε δεν σταμάτησε ποτέ. Παρουσίασε πολλά έργα με κεντρικό ήρωα τον Καραγκιόζη τόσο με φιγούρες όσο και σε έμψυχες παραστάσεις, όπως «Το ταξίδι», «Το καταραμένο φίδι», «Ο δικτάτορας», «Ο Αλέκος με τα κυδώνια» κ.ά.

 

Ειδικά από το 1945 και έπειτα, που περιόδευσε δεκάδες φορές στην Ελλάδα, ο Καραγκιόζης του, ο φίλος του, γίνεται σταθερή αξία σε πανηγύρια, σε φεστιβάλ και σε εκδηλώσεις για παιδιά, περνώντας μηνύματα ηθικά, παραδοσιακά που γαλούχησαν γενιές και γενιές. «Θα έπρεπε να φτιάξουν ένα άγαλμα του Καραγκιόζη. Όλη η Ελλάδα θεατρίστηκε μαζί του. Οι άνθρωποι με αυτόν έμαθαν να γελούν και να ονειρεύονται» είχε πει ο Σπαθάρης την εποχή που του ζητούσαν να δώσει παραστάσεις παντού.

Την δεκαετία του ’50 μάλιστα θα περιοδεύσει και στο εξωτερικό, κυρίως σε ΗΠΑ και Καναδά. Από το 1962 και μετά ηχογραφεί τις παραστάσεις του αγαπημένου λαϊκού ήρωα και κυκλοφορούν οι πρώτοι δίσκοι. Ο Καραγκιόζης εισέρχεται σε πολλά σπίτια, με τις οικογένειες να μαζεύονται γύρω από το τραπέζι και να βάζουν τον δίσκο, γελώντας με τις περιπέτειες του Καραγκιόζη.

Από το 1966 μέχρι και το 1992 θα παίξει έργα του και στην τηλεόραση. Αργότερα τα συγκεκριμένα έργα του θα κυκλοφορήσουν σε βιντεοκασέτες και DVD. Κανένας δεν έχει ξεχάσει την φωνή του εναρκτήριου λόγου του, το αξέχαστο «Ακούσατε, ακούσατε…».

Το 1974 θα φύγει από την ζωή ο πατέρας του. Περιοδεύει στην Ελλάδα και εκδίδει το βιβλίο «Ο Καραγκιόζης των Σπαθάρηδων». Στην προσπάθειά του να ζωντανέψει το ενδιαφέρον γύρω από τον ήρωά του, μεταφέρει το θέατρο σκιών στο θέατρο και σε έμψυχες παραστάσεις με ηθοποιούς.

Ο Ευγένιος Σπαθάρης ήταν μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και του Ινστιτούτου Παγκοσμίου Θεάτρου της UNESCO. Τιμήθηκε με το Βραβείο Ρώμης (1962), με το Α’ Μετάλλιο του Πρίγκιπα του Μοντ, το Α’ Βραβείο Πολωνίας (1978), το Α’ Μετάλλιο Τοσκανίνι (Ιταλία) το 1978 κ.α. Το 2007 τιμήθηκε ιδιαίτερα από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού για τη μεγάλη του προσφορά στο καλλιτεχνικό αυτό είδος, για το οποίο του αναγνωρίστηκε ο τίτλος του μεγάλου δασκάλου.

Το 1991 στο Μαρούσι, ιδρύθηκε το «Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών», το οποίο λειτούργησε πλήρως από το 1996 και έχει σκοπό να διατηρήσει και να προβάλει το θέατρο σκιών και των κύριο ήρωά του, τον Καραγκιόζη.

Στις 6 Μαΐου του 2009, είχε καλεστεί στο Ινστιτούτο Γκαίτε, σε μια εκδήλωση προς τιμήν του. Σε κάποια στιγμή έχασε την ισορροπία του και έπεσε από τις σκάλες. Ο 85χρονος Ευγένιος Σπαθάρης υπέστη πολλαπλά κατάγματα, ενώ του δημιουργήθηκε ένα σοβαρό αιμάτωμα στον εγκέφαλο. Τρείς ημέρες αργότερα, στις 9 Μαΐου του 2009, ίσως ο τελευταίος μεγάλος καραγκιοζοπαίχτης της χώρας μας, άφησε την τελευταία του πνοή. Η σορός του εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα στο Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών. Ο άνθρωπος που εμψύχωνε τον κόσμο σε δύσκολες εποχές μέσω του λαϊκού ηρώα του θα μείνει για πάντα αξέχαστος, για την καλοσύνη, το ήθος και το πηγαίο ταλέντο του σε κάτι πολύ δύσκολο: να κάνει τον κόσμο να ονειρεύεται και να γελάει…

Η κηδεία του έγινε στις 13 Μαΐου του 2009, στο Μαρούσι, με δημόσια δαπάνη.

 

 

ΠΗΓΕΣ:

patrisnews.com

Wikipedia.gr

http://www.karagiozismuseum.gr…

 

 

ΑΛΕΚΟΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ

1493366417711-alekos-panagoulis.jpeg

Ένας Άνδρας, ο Αλέκος Παναγούλης – Η Ιστορία του Μεγαλύτερου Έλληνα Αγωνιστή

Την Πρωτομαγιά του 1976, ο Αλέκος Παναγούλης σκοτώθηκε σε ένα ύποπτο τροχαίο στην λεωφόρο Βουλιαγμένης. Λίγα χρόνια πριν, είχε κάνει απόπειρα δολοφονίας εναντίον του δικτάτορα Παπαδόπουλου. Αυτή είναι η ιστορία της ζωής του

Μάιος του 1976. Για την ακρίβεια, ξημερώνει Πρωτομαγιά. Το τηλέφωνο της Αθηνάς Παναγούλη χτυπά. «Είσθε η κ. Παναγούλη;», τη ρωτά μία ανδρική φωνή. «Ναι», απαντά. Η φωνή την ενημερώνει ότι ο γιος της, ο βουλευτής Αλέξανδρος Παναγούλης, είχε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Σπεύδει στο νοσοκομείο μαζί με ένα φίλο του. Τρέχει στο χειρουργείο. «Είμαι η μητέρα του», λέει στον γιατρό που συναντά μπροστά της. «Δεν μπορείτε να μπείτε», της απαντά. Εκείνη σταματά. «Γιατρέ, μήπως είναι νεκρός;». «Κυρία Παναγούλη, εγώ απλώς διαπίστωσα τον θάνατό του».

Η Αθηνά Παναγούλη καταρρέει. Μια καθαρίστρια μουρμουρά: «Παναγιά μου, τι έχει να γίνει αύριο που φάγανε το παιδί». Ξημερώνει . Η Αθήνα βοά συνθήματα: «Ο λαός δεν ξεχνά, οργανώνεται, νικά», «Ο Παναγούλης ζει».

Δεκαεφτά ώρες αργότερα, στην Αθήνα φθάνει η σύντροφός του, η διάσημη Ιταλίδα δημοσιογράφος Oriana Fallaci. Αδύνατη και νευρώδης, καπνίζει συνεχώς. Μπαίνει στο νεκροτομείο.

Το πρωτοσέλιδο των «Νέων» στις 3 Μαΐου του 1976 υιοθετούσε την εκδοχή της δολοφονίας του Αλέξανδρου Παναγούλη.

«Ήταν το ίδιο σαν να ήθελα να ζεστάνω ένα μαρμάρινο άγαλμα με το σχήμα, τα χαρακτηριστικά και τη θύμηση αυτού που ήσουν ως πριν από δεκαεφτά ώρες, και μια ανίσχυρη οργή με διαπέρασε, μια βεβαιότητα με τη γεύση του μίσους: δεν σε είχαν σκοτώσει τυχαία, δεν σε είχαν σκοτώσει από λάθος, σε είχαν σκοτώσει, για να μην τους ενοχλείς πια», γράφει στο βιβλίο Ένας άντρας (εκδ. Εξάντας) που αφιέρωσε στον Αλέκο Παναγούλη.

Είχε στα χέρια του μέρος των αρχείων της ΕΣΑ. Ετοιμαζόταν να κάνει σοβαρές αποκαλύψεις για τις σχέσεις κορυφαίων πολιτικών με τη Χούντα. Στις 2 Ιουλίου του 1976, θα γινόταν 37 ετών

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης, ο άνθρωπος που είχε προσπαθήσει να δολοφονήσει τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, ο παρολίγον τυραννοκτόνος, είχε βρει τον θάνατο στην αρχή της λεωφόρου Βουλιαγμένης, στις 1:58 π.μ. Άλλοι μιλούν για δυστύχημα και άλλοι για μια προμελετημένη δολοφονία. Είχε στα χέρια του μέρος των αρχείων της ΕΣΑ. Σύμφωνα με τη Fallaci, επρόκειτο να προβεί σε σοβαρές αποκαλύψεις για τις σχέσεις κορυφαίων πολιτικών με τη Χούντα. Στις 2 Ιουλίου του 1976, θα γινόταν 37 ετών.

Έχουν περάσει 48 ώρες μετά τον θάνατό του, όταν η Fallaci βρίσκει κάτω από το προσκέφαλό του ένα χαρτάκι με τα λόγια του Σωκράτη προτού θανατωθεί. «Είναι πλέον ώρα να πηγαίνουμε, εγώ μεν για το θάνατο, εσείς δε για τη ζωή, ποιοι από τους δύο πάνε προς το καλύτερο, μόνο ο Θεός το ξέρει». Υπάρχει και ένα ποίημά του. Ένας στίχος γραφεί: «Το τέλος μου θα ‘ρθει έτσι όπως το θέλουν αυτοί που έχουν την εξουσία».

Στη διάρκεια της δίκης του τον Νοέμβριο του 1968 για την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Γεώργιου Παπαδόπουλου.

Ο Αλέκος Παναγούλης γεννιέται στις 2 Ιουλίου του 1939 στην Αθήνα. Ο πατέρας του, Βασίλης, αντισυνταγματάρχης στο Πεζικό, είναι φιλελεύθερος, κεντρώος, όπως και η μητέρα του, Αθηνά. Ο Αλέξανδρος είναι το μεσαίο παιδί της οικογένειας. Ο μεγάλος του αδελφός Γιώργος γεννιέται το 1938 και ο μικρός του αδελφός Στάθης το 1946. Τα τρία αγόρια είναι ζωηρά. Στο βιβλίο Αλέξανδρος Παναγούλης: Πρόβες Θανάτου του δημοσιογράφου Κώστα Μαρδά, ο Στάθης αφηγείται ένα χαρακτηριστικό περιστατικό για τον αδελφό του Αλέκο: «Μια φορά, όταν χτίζαμε το σπίτι, ο Αλέκος πειράχτηκε τόσο πολύ, επειδή τον μάλωσαν μπροστά σε κόσμο οι γονείς μας για κάποια αταξία, που πήγε και έμεινε το βράδυ σε μια σπηλιά στον Υμηττό, πάνω από τη Γλυφάδα».

Το 1957, ο Παναγούλης -μαθητής ακόμη- διαδηλώνει για το Κυπριακό. Το 1960 εισάγεται στη Σχολή Ηλεκτρολόγων-Μηχανολόγων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Εκλέγεται εκπρόσωπος της σχολής ως στέλεχος της νεολαίας της Ένωσης Κέντρου και το 1961 αναδεικνύεται μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της Οργάνωσης Νέων Ενώσεως Κέντρου (ΟΝΕΚ). Παράτολμος, προκαλεί την Ασφάλεια.

Ξημερώνει Τρίτη 13 Αυγούστου. Ο Αλέξανδρος Παναγούλης είναι έτοιμος να δολοφονήσει τον Παπαδόπουλο. Στο 31ο χιλιόμετρο της παραλιακής οδού Αθηνών-Σουνίου η ενέδρα στήνεται

Ο Γιάννης Δράκος, φοιτητής τότε του Παντείου, αφηγείται στο βιβλίο του Μαρδά το περιστατικό που έμελλε να κάνει τον Αλέκο Παναγούλη πρωτοσέλιδο για πρώτη φορά στις εφημερίδες: «Άνοιξη του 1962. Ο Ανένδοτος Αγώνας σε έξαρση. Με τον Αλέκο γράψαμε το βράδυ το σύνθημα 114 – το άρθρο του Συντάγματος που ανέθετε την τήρησή του στον πατριωτισμό των Ελλήνων. Αφού γεμίσαμε τους τοίχους της πλατείας Κοτζιά, πήγαμε προς στο Μοναστηράκι, σε μια παραδοσιακή υπόγεια ταβέρνα. Ήπιαμε το κρασάκι μας και ανηφορίσαμε προς την Πλάκα, οπότε βλέπουμε από μακριά να πλησιάζουν αστυνομικοί, κάνοντας έλεγχο ταυτοτήτων. Τους είπα να τους αποφύγουμε. Ο Αλέκος αρνήθηκε. Εγώ κρύφτηκα».

Ο,τι απέμεινε από το τρακαρισμένο Fiat Mirafiori που οδηγούσε ο Αλέξανδρος Παναγούλης. Το αυτοκίνητο ήταν δώρο της Οριάνας Φαλάτσι.

Η συνέχεια ήταν επεισοδιακή. Ο αστυνομικός λέει στον Παναγούλη: «Και μη μου πεις πως είσαι από αυτούς που γράφουν συνθήματα…». «Όλη η Ελλάδα φωνάζει 114. Όσοι δεν το φωνάζουν ή δεν το γράφουν είναι φασίστες και μαλάκες, όπως εσύ!», του απαντά.

Οι αστυνομικοί ορμούν πάνω του. Τον χτυπούν και τον οδηγούν στο κρατητήριο. Τον αφήνουν ελεύθερο την επόμενη ημέρα. Ο Παναγούλης υποβάλει μήνυση για παράνομη κράτηση. Οι εφημερίδες δημοσιεύουν φωτογραφία που τον δείχνει χτυπημένο. Η Αστυνομία ανακοινώνει: «Εν κραιπάλη μέθη διατελών, παρατηρηθείς ευγενικώς υπό οργάνων της τάξεως ήρχισε να κτυπά την κεφαλήν του επί του κρασπέδου και αυτοτραυματισθείς κατήγγειλεν την Αστυνομία διά να την εκθέσει». Nαι, οι «ζαρντινιέρες» δεν αποτελούν πρόσφατη ανακάλυψη…

Ο Γιάννης Δράκος αναφέρει ότι ο Παναγούλης είχες επαφές με τον Γεώργιο Παπανδρέου. Θυμάται χαρακτηριστική συνάντησή τους στο Καστρί, όπου συζήτησαν για τις πολιτικές εξελίξεις. «Ιωάννη και Αλέξανδρε, όταν το ζήτημα είναι πολιτικόν, τη λύσιν δίδουν αι κάλπαι. Όταν εις την ατμόσφαιραν πλανάται πολιτειακόν –και τούτο συμβαίνει τώρα– τη λύσιν τη δίδουν δυστυχώς οι στρατώνες. Και τους στρατώνας τους ελέγχει ο αντίπαλος. Η Δημοκρατία είναι άοπλος. Ακόμη και οι κομμουνισταί είναι άοπλοι».

Το 1966 ο Παναγούλης διακόπτει την αναβολή του και παρουσιάζεται στον Στρατό. Υποψιάζεται ότι η δικτατορία πλησιάζει. «Πρέπει να δημιουργήσουμε δίκτυο», αναφέρει. «Να καλέσουμε τον λαό σε αντίσταση». Τελικά, νύχτα 20ης προς 21ης Απριλίου του 1967 τα τανκς κινούνται και οι Συνταγματάρχες καταλαμβάνουν την εξουσία με πραξικόπημα. Στις 30 Μαΐου, ο Αλέκος Παναγούλης λιποτακτεί από τον Στρατό. Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Κώστα Μαρδά, σχεδίαζαν αντικίνημα, μαζί με τον μεγάλο του αδελφό.

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης και η Οριάνα Φαλάτσι σε ευτυχισμένες στιγμές.

Όμως η μοίρα είχε άλλα σχέδια για τον Γιώργο Παναγούλη. Λιποτακτεί και εκείνος, όπως ο Αλέκος. Ως άριστος κομάντο περνά τον Σεπτέμβριου του 1967 κολυμπώντας από τον Έβρο στην Τουρκία. Παρουσιάζεται στην ιταλική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης και ζητά πολιτικό άσυλο. Δεν έχει διαβατήριο και του το αρνούνται. Φθάνει στη Συρία. Επισκέπτεται την εκεί ιταλική πρεσβεία και τη δανέζικη. Η απάντηση και πάλι δεν είναι θετική. Ύστερα, περνά στον Λίβανο – από εκεί σκοπεύει να μπαρκάρει για Ιταλία. Τελικώς, πιστεύει ότι από το Ισραήλ, θα είχε καλύτερη πρόσβαση στην Ευρώπη. Παρουσιάζεται στις ισραηλινές αρχές. Του απαγγέλλεται κατηγορία για παράνομη είσοδο. Συναντάται με τον ελληνικό πρόξενο στη Χάιφα και έτσι οι Ισραηλινοί πείθονται ότι δεν είναι κατάσκοπος των Αράβων. Ο πρόξενος του προτείνει να του προμηθεύσει εισιτήριο, για να επιστρέψει στην Ελλάδα. Έχοντας πάρει laissez-passer επιβιβάζεται στο υπερωκεάνιο « Άννα Μαρία». Η Χούντα πληροφορημένη στέλνει πράκτορες. Τον κλειδώνουν στην καμπίνα του νοσοκομείου του πλοίου. Όταν το πλοίο φθάνει κοντά στην Αίγινα, τα ίχνη του χάνονται. Οι πιο πολλοί έκαναν τότε λόγο για «δολοφονία των χουντικών», άλλοι, ωστόσο, είπαν ότι επιχείρησε να δραπετεύσει, πηδώντας από το πλοίο στη θάλασσα. Το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ.

Ο Παναγούλης προμηθεύεται υλικά και εκπαιδεύεται στην τοποθέτηση βομβών

Ο Αλέκος Παναγούλης έχει ήδη ξεκινήσεις να μηχανεύεται τη δολοφονία του δικτάτορα Γεώργιου Παπαδόπουλου. Με το διαβατήριο του Κύπριου φοιτητή Χριστάκη Ζώππου, φεύγει για Κύπρο. Ζει κυνηγημένος. Γνωρίζεται με τον νεαρό δικηγόρο Ανδρέα Παναγιώτου, στον οποίο αρχικά δεν αποκαλύπτει την πραγματική του ταυτότητα. Τελικά, μέσω αυτού έρχεται σε επαφή με τον αρχικό διώκτη του, τον υπουργό Εσωτερικών και Άμυνας της Κύπρου, Πολύκαρπο Γιωρκάτζη. Συναντιέται μαζί του και ο υπουργός αποφασίζει να τον βοηθήσει. Κανείς δεν γνωρίζει τα πραγματικά του κίνητρα: Άλλοι θέλουν τον υπουργό, θυμωμένο από την πολιτική των Συνταγματαρχών στο Κυπριακό, να αποφασίζει να στραφεί εναντίον τους, σύμφωνα όμως με το βιβλίο του Μακάριου Δρουσιώτη Δύο απόπειρες και μια δολοφονία. Η χούντα και η Κύπρος, 1967-1970 (εκδ. Αλφάδι), ο Γιωρκάτζης έδρασε ως σύμμαχος της χουντικής «σκληροπυρηνικής πτέρυγας» των Ιωάννη Λαδά, Κώστα Ασλανίδη και του μετέπειτα δικτάτορα Δημητρίου Ιωαννίδη.

Όπως και να έχει, ο αμφιλεγόμενος υπουργός προμηθεύει στον Παναγούλη διαβατήριο με το όνομα «Μάριος Ανδρέου». Ο Παναγούλης φεύγει αρχικά για τη Βυρηττό και τελικώς φθάνει στη Ρώμη, όπου και τον περιμένει ο αδελφός του Στάθης.

Ο Νίκος Νικολαΐδης , γενικός γραμματέας της Ελληνικής Δημοκρατικής Νεολαίας (ΕΔΗΝ), αφηγείται στο βιβλίο Αλέξανδρος Παναγούλης: Πρόβες Θανάτου: «Μου εκμυστηρεύθηκε τα σχέδιά του. Ο μόνος τρόπος να ρίξουμε τη χούντα, μας είπε, είναι να οργανώσουμε αντίσταση τύπου ΕΟΚΑ. Διείσδυση παντού. Χτυπήματα παντού. Να παραλύσει η κυκλοφορία στην Αθήνα με καρφιά στους κεντρικούς δρόμους. Ανατίναξη στύλων της ΔΕΗ. Φωτιές».

Η συνοδεία ξαναφάνηκε. Πλησιάζει. Πλησιάζει πάντοτε πιο πολύ. Το μαύρο αυτοκίνητο μεγαλώνει. Το χέρι μου κάνει την επαφή. Πετάγεται ένας μεγάλος σωρός από χώματα και πέτρες. Οι νάρκες έχουν εκραγεί. Εγώ το έκανα

Στις 14 Μαΐου του 1968, φθάνει στη Ρόδο ως Μάριος Ανδρέου. Πηγαίνει στην Αθήνα και ξεκινάει να οργανώνει την ομάδα του. Συναντιέται με τον Γιωρκάτζη, σύμφωνα με τη μαρτυρία του πολιτικού μηχανικού Γιάννη Κλωνιζάκη, στο σπίτι του οποίου διέμεινε ο Παναγούλης. Στις 8 Ιουνίου του 1968, επιστρέφει στη Ρώμη και από εκεί πετά στην Κύπρο. Ο Νίκος Νικολαΐδης θυμάται ότι ο Γιωρκάτζης τους οδηγεί σε αποθήκες του Στρατού. Ο Παναγούλης προμηθεύεται υλικά και εκπαιδεύεται στην τοποθέτηση βομβών. Ο Γιωρκάτζης υπόσχεται να του στείλει τα εκρηκτικά στην Αθήνα, μέσω του διπλωματικού σάκου της κυπριακής πρεσβείας.

Στις 11 Ιουλίου του 1968, ο Αλέκος Παναγούλης επιστρέφει στη Ρώμη. Μιλά για το σχέδιο δολοφονίας του Παπαδόπουλου. Στις 17 Ιουλίου του 1968, φθάνει στην Αθήνα. Ο πυρήνας της ομάδας δημιουργείται. Η ομάδα οργανώνεται. Ξημερώνει Τρίτη 13 Αυγούστου. Ο Αλέξανδρος Παναγούλης είναι έτοιμος να δολοφονήσει τον δικτάτορα. Στο 31ο χιλιόμετρο της παραλιακής οδού Αθηνών-Σουνίου η ενέδρα στήνεται. Κάτω από τον δρόμο υπήρχε ένας οχετός–γέφυρα. Εκεί τοποθετείται ο εκρηκτικός μηχανισμός.

Στη διάρκεια της δίκης του τον Νοέμβριο του 1968 για την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Γεώργιου Παπαδόπουλου.

Σε δακτυλογραφημένο κείμενό του περιγράφει την απόπειρα δολοφονίας: «Μπροστά είναι οι μοτοσικλετιστές, αμέσως κατόπιν ένα αυτοκίνητο της Αστυνομίας, πίσω το αυτοκίνητο της Ασφάλειας. Στη μέση το αυτοκίνητο που με ενδιαφέρει. Ένα αυτοκίνητο μαύρο. Χάθηκαν πάλι σε μια στροφή του δρόμου. Σηκώνομαι λίγο, για να δω πότε θα περάσει τη στροφή. Χαίρομαι που το χέρι μου, που κρατάει το καλώδιο, δεν τρέμει καθόλου. Δεν ξέρω γιατί, σκέφτομαι, αν εγώ ίδιος έβλεπα μια τέτοια σκηνή σε κάποια κινηματογραφική ταινία, θα ήμουνα γεμάτος αγωνία. Τα μάτια μου πάντα καρφωμένα στον δρόμο. Η συνοδεία ξαναφάνηκε. Πλησιάζει. Πλησιάζει πάντοτε πιο πολύ. Το μαύρο αυτοκίνητο μεγαλώνει. Το χέρι μου κάνει την επαφή. Πετάγεται ένας μεγάλος σωρός από χώματα και πέτρες. Οι νάρκες έχουν εκραγεί. Εγώ το έκανα, εγώ που δεν μπορώ να σκοτώσω άνθρωπο. Εγώ που πρέπει, έπρεπε, να σκοτώσω τον τύραννο».

Η μητέρα του Αθηνά και η σύντροφός του Οριάνα Φαλάτσι στην κηδεία του στις 5 Μαΐου του 1976.

Η απόπειρα αποτυγχάνει. Ο Παπαδόπουλος είναι ζωντανός. Ο Αλέκος Παναγούλης βουτά στη θάλασσα. Δεν τον έχουν αντιληφθεί. Οι αστυνομικοί τρέχουν αναστατωμένοι. Ο ίδιος προσπαθεί να φτάσει στη βενζινάκατο που τον περιμένουν οι σύντροφοί του. Βλέπει, όμως, τη βενζινάκατο να απομακρύνεται. Η εντολή που είχε δώσει στους συντρόφους του ήταν σαφής: «Να περιμένετε πέντε λεπτά, όχι περισσότερο». Δεν απελπίζεται. Υπήρχε εναλλακτικό σχέδιο να κρυφτεί στα βράχια. Φορά μονάχα το μαγιό του. Μπαίνει σε μια μικρή σπηλιά. Μένει εκεί για δύο ώρες.

Τα βασανιστήριά του ξεκινούν. Δεν απαντά σε καμία ερώτηση. Τον χτυπούν. Τον καίνε με τσιγάρα. «Μίλα, δολοφόνε».

Η Αστυνομία σαρώνει την περιοχή. Η τύχη δεν είναι με το μέρος τους. Ο ίδιος περιγράφει: «Ακριβώς πάνω από τη σπηλιά που κρυβόμουνα, στεκόταν ένας αξιωματικός της Χωροφυλακής. Τον άκουσα να λέει: «Δεν είναι εδώ. Ας ρίξουμε ακόμη μια ματιά πίσω από εκείνους του θάμνους και έπειτα θα στρέψουμε αλλού την έρευνά μας. Αλλά τη στιγμή που απομακρυνόταν, γλίστρησε και έπεσε στον βράχο… μπροστά στο κρησφύγετό μου. Με είδε αμέσως».

Τα βασανιστήριά του ξεκινούν. Δεν απαντά σε καμία ερώτηση. Τον χτυπούν. Τον καίνε με τσιγάρα. «Μίλα, δολοφόνε». Αρχικά οι χουντικοί θεωρούν ότι πρόκειται για τον αδελφό του, τον Γεώργιο Παναγούλη. Θα χρειαστούν να περάσουν άλλες 30 ώρες, για να καταλάβουν ότι είχαν κάνει λάθος.

Ο Θεόδωρος Θεοφιλογιαννάκος, διοικητής Διώξεως του ΕΑΤ/ΕΣΑ ουρλιάζει ότι είναι δικός του. Τον οδηγούν στο Ειδικό Ανακριτικό Τμήμα της Στρατιωτικής Αστυνομίας . Τον βγάζουν φωτογραφία με το μαγιό. Η ανάκριση ξεκινά. Ο Παναγούλης δεν σπάει. Δεν καταδίδει τους συντρόφους του.

Χτυπάνε σαν μανιακοί. Είναι μανιακοί. Με βρίζουν με τις χειρότερες λέξεις. Με τη γλώσσα στεγνωμένη, προσπαθώ να πετάξω καμιά βρισιά να εξαγριώσω τον Θεοφιλογιαννάκο

Ο ίδιος περιγράφει: «Αυτός που μου κρατάει το κεφάλι αρχίζει να το χτυπάει στον τοίχο. Χτυπάνε σαν μανιακοί. Είναι μανιακοί. Με βρίζουν με τις χειρότερες λέξεις. Με τη γλώσσα στεγνωμένη, προσπαθώ να πετάξω καμιά βρισιά να εξαγριώσω τον Θεοφιλογιαννάκο. Αρπάζει το κλομπ από τον Μπάμπαλη και αρχίζει να με χτυπάει παντού, μέχρις ότου το σώμα μου δεν αντιδράει στα χτυπήματα. Το αίμα δεν κυκλοφορεί πια. Τα σίδερα του κρεβατιού έχουν μπει στο σώμα και ο πόνος φαίνεται σαν βελονιές. Αισθάνομαι να παραλύω. Πότε θα τελειώσει; Ένα χέρι μου φράζει το στόμα. Μου κλείνουν τη μύτη και το στόμα. Δεν μπορώ να αναπνεύσω. Είναι το πιο οδυνηρό μαρτύριο. Χτυπήστε με όσο θέλετε, αλλά μην με πνίγετε, σκέφτομαι και συγκεντρώνω κάθε υπόλοιπο δύναμης. Πάλι το χέρι που μου φράζει το στόμα. Πνίγομαι. Πνίγομαι… Μια κραυγή. Ένα χέρι που είναι κοντά μου το δαγκώνω. Είναι ο Θεοφιλογιαννάκος. Μετά ένας λήθαργος».

Μου κλείνουν τη μύτη και το στόμα. Δεν μπορώ να αναπνεύσω. Είναι το πιο οδυνηρό μαρτύριο. Χτυπήστε με όσο θέλετε, αλλά μην με πνίγετε, σκέφτομαι και συγκεντρώνω κάθε υπόλοιπο δύναμης

Την ίδια ημέρα, ο Γενικός Διευθυντής Τύπου και Πληροφοριών Βύρων Σταματόπουλος ενημερώνει τους δημοσιογράφους. Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος της «Ελλάς – Ελλήνων – Χριστιανών», με εκείνη τη σχεδόν τσιριχτή, κωμική φωνή του δηλώνει: «Προσωπικώς πιστεύω ότι, όταν είναι από τον Θεό να αφαιρεθεί η ζωή ενός ανθρώπου, δεν εξαρτάται τίποτε πλέον από τους ανθρώπους και ημπορείτε να είσθε βέβαιοι ότι η ζωή μου, όσον ο Θεός που είναι φιλέλλην τη συναρτά με το συμφέρον της Ελλάδος, θα είναι εν ασφάλεια». Στον τόπο που διεξήχθη η απόπειρα δολοφονίας στήνεται ένα εικονοστάσι της Παναγίας.

Ο Αλέκος Παναγούλης (δεξιά) μαζί με τη μητέρα του Αθηνά και τον αδελφό του Στάθη.

Οι συνεργοί του Παναγούλη σιγά-σιγά συλλαμβάνονται. Η δίκη ορίζεται για τη Δευτέρα 4 Νοεμβρίου του 1968.

Ο δημοσιογράφος Κώστας Μαρδάς γράφει: «Παρά τα φρικτά βασανιστήρια, ο Αλέκος Παναγούλης δεν ομολόγησε. (…) Λόγω της απεργίας πείνας, τον μετέφεραν στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Όταν είδαν και αποείδαν, μπήκε στο δωμάτιό του ο διοικητής της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας, ταξίαρχος Δημήτρης Ιωαννίδης. Ο φόβος και ο τρόμος της υπηρεσίας. Ο άνθρωπος με τα φιδίσια μάτια. Ο παντεπόπτης των βασανιστηρίων. Ο «ακέραιος εθνικιστής». Τον κοίταξε διερευνητικά. Με μίσος. Αλλά και με έναν δύσκολα κρυμμένο θαυμασμό: «Παναγούλη, εγώ θα σε εκτελέσω», είπε τραβώντας του το μουστάκι. Φεύγοντας, ψιθύρισε στους υφισταμένους του, που έστεκαν με δέος μπροστά στο αφεντικό τους: «Αφήστε τον. Δεν μιλάει. Είναι η μία περίπτωση στο εκατομμύριο»».

Τον κοίταξε διερευνητικά. Με μίσος. Αλλά και με έναν δύσκολα κρυμμένο θαυμασμό: «Παναγούλη, εγώ θα σε εκτελέσω», είπε τραβώντας του το μουστάκι

Ωστόσο, τα βασανιστήρια του Αλέκου συνεχίζονται. Στη δίκη εμφανίζεται καταπονημένος. Το βλέμμα του είναι αγέρωχο. Αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την ευθύνη της απόπειρας, αρνούμενος να αποκαλύψει τη συμμετοχή άλλων. Οι χουντικοί είναι έξαλλοι, έχοντας μάθει από τους συντρόφους του Παναγούλη την ανάμειξη του Κύπριου υπουργού Γιωρκάτζη. Ο Παναγούλης τον προστατεύει και την αρνείται πεισματικά.

Η απολογία του είναι συγκινητική. «Το ωραιότερον κύκνειον άσμα οιουδήπτε πραγματικού αγωνιστού, είναι ο επιθανάτιος ρόγχος προ του εκτελεστικού αποσπάσματος μίας τυραννίας και αυτήν τη θέσιν αποδέχομαι».

Μαζί με την Οριάνα Φαλάτσι.

Πράγματι, ο Παναγούλης καταδικάζεται δις εις θάνατον στις 17 Νοεμβρίου του 1968 από το στρατοδικείο. Η διεθνείς αντιδράσεις είναι μεγάλες. Ο συγγραφέας και υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας Andre Malraux απεύθυνε έκκληση, το ίδιο και ο ιταλός πρωθυπουργός Giovanni Leone, ο Pablo Picasso, ο Jean-Paul Sartre. Την ίδια στιγμή παρεμβαίνει ο Πάπας Παύλος ΣΤ΄, αλλά όπως λέγεται και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Lyndon Johnson. Η Χούντα θορυβείται.

Τον ενημερώνουν ότι την αυγή θα τον εκτελέσουν. Ζητά σχεδόν κωμικά από έναν στρατιώτη να του ψάλει τη νεκρώσιμη ακολουθία. Μετά, ακολουθούν τραγούδια του Θεοδωράκη

Ο δικηγόρος του Παναγούλη τού ζητά να υπογράψει αίτηση που να αιτείται χάρη. Εκείνος αρνείται πεισματικά. Στις 20 Νοεμβρίου, ο Παναγούλης μεταφέρεται στις φυλακές Αίγινας, για να εκτελεσθεί. Ένας αξιωματικός του ζητά να υπογράψει αίτηση, για να ζητήσει χάρη. Αρνείται και πάλι. Τον ενημερώνουν ότι την αυγή θα τον εκτελέσουν. Ζητά σχεδόν κωμικά από έναν στρατιώτη να του ψάλει τη νεκρώσιμη ακολουθία. Μετά, ακολουθούν τραγούδια του Θεοδωράκη. Κοιμάται. Τα χαράματα τον ξυπνούν. Το άγημα εκτελεί παραγγέλματα. Τελικά, τον ενημερώνουν ότι, επειδή είναι τα Εισόδια της Θεοτόκου, η εκτέλεση θα αναβληθεί και θα γίνει την επόμενη ημέρα. Του ζητούν και πάλι να υποβάλει αίτηση για χάρη. Αρνείται. Του λένε ότι θα πεθάνει στις 25 Νοεμβρίου. Τον βάζουν στο τζιπ. Δεν οδηγείται στο πεδίο βολής. Αντίθετα, το αυτοκίνητο κατευθύνεται προς το λιμάνι. Επιστρέφει στην Αθήνα. Οδηγείται στις στρατιωτικές φυλακές Μπογιατίου. Η εκτέλεση αναβάλλεται επ’ αόριστον.

Τον ρίχνουν σε ένα παγωμένο κελί. Δεν έχει καν κρεβάτι, μόνο ένα αχυρένιο στρώμα. Μια τρύπα για τουαλέτα. Οι χειροπέδες βγαίνουν, μόνο για να κάνει τη σωματική του ανάγκη.

Λίγους μήνες αργότερα, ο Παναγούλης γνωρίζεται με τον νεοφερμένο στρατιώτη Γιώργο Μωράκη. Τον πείθει να τον βοηθήσει να δραπετεύσει. Το βράδυ της 5ης προς 6ης Ιουνίου του 1969, ο Μωράκης ανοίγει το κελί του Παναγούλη και του δίνει μια στολή εξόδου. Προχωρούν μαζί και πηδούν τη μάντρα. Παίρνουν το λεωφορείο και κατευθύνονται στην Αθήνα. Ο Παναγούλης θυμάται: «Κρίμα που μας πιάσανε τέσσερις ημέρες αργότερα. Εμένα με συλλάβανε στο σπίτι: ενός προδότη, του Τάκη Πατίτσα. Αυτός ο Πατίτσας είχε επαφές με την Ελληνική Αντίσταση από το 1967. Δούλευε σε ένα ταξιδιωτικό γραφείο και μας είχε εφοδιάσει με μερικά κλεμμένα διαβατήρια».

Όταν πιάστηκε ο Παναγούλης, μετά την απόπειρα κατά του Παπαδόπουλου, παρά τους βασανισμούς δεν αποκάλυψε τίποτα για τον Πατίτσα. Φθάνει, λοιπόν, στο σπίτι του γεμάτος εμπιστοσύνη για εκείνον. Όμως ο Πατίτσας θα παραδώσει τα κλειδιά του σπιτιού του στην Αστυνομία, η οποία και θα κάνει έφοδο στο σπίτι.

Τα 30 αργύρια για τον Πατίτσα ήταν 500 χιλιάδες δραχμές. Συλλαμβάνεται φυσικά και ο Μωράκης, οποίος υποβάλλεται επίσης σε φρικτά βασανιστήρια. Η λεπτή ειρωνεία της υπόθεσης; Ο Παπαδόπουλος φοβόταν ότι ο Ιωαννίδης άφησε επίτηδες τον Παναγούλη ελεύθερο, για να τον σκοτώσει.

Ο Παναγούλης επιστρέφει στο Μπογιάτι, όπου αναλαμβάνει νέος διευθυντής ο Νικόλαος Ζαχαράκης. Ξεκινά απεργία πείνας. Ο νέος διευθυντής δεν θέλει να χρεωθεί τον θάνατό του. Δέχεται το αίτημά του και τοποθετεί μία τουαλέτα με καζανάκι στο κελί του. Ο Παναγούλης ονειρεύεται ξανά την απόδραση. Ξύνει με ένα κουτάλι τον διαβρωμένο τοίχο και εξαφανίζει το χώμα στην τουαλέτα, τραβώντας το καζανάκι. Στις 18 Νοεμβρίου του 1969, καταφέρνει να ανοίξει τον τοίχο και να βγει. Ο Ζαχαράκης τον περιμένει απ’ έξω. Τον χλευάζει. Τον οδηγούν πίσω στο κελί και τον σπάνε στο ξύλο.

Στις 9 Απριλίου του 1970, σημειώνεται δολοφονική απόπειρα εναντίον του Παναγούλη: το αχυρένιο του στρώμα πιάνει φωτιά

Τον Φεβρουάριο του 1970, ο Παναγούλης μεταφέρεται σε νέο κελί, ειδικά κατασκευασμένο για εκείνον. Οι διαστάσεις του 3Χ1,5 μέτρα. Το μισό βρίσκεται μέσα στη γη.

Στις 9 Απριλίου του 1970, σημειώνεται δολοφονική απόπειρα εναντίον του Παναγούλη: το αχυρένιο του στρώμα πιάνει φωτιά. Πνίγεται από τους καπνούς. Δεν τον μεταφέρουν αρχικά στο νοσοκομείο. Ο Παναγούλης πέφτει σε κόμμα. Οι γιατροί επιμένουν να μεταφερθεί. Στο αίμα του βρίσκουν 92% διοξείδιο του άνθρακα. Καταφέρνει να επιβιώσει μόνο από θαύμα.

Η Αθήνα μετά τον θάνατο του γέμισε με το σύνθημα «Ο Παναγούλης ζει».

Τα χτυπήματα για τον Παναγούλη συνεχίζονται. Τον Μάιο του ανακοινώνουν ότι ο Γιωρκάτζης βρέθηκε νεκρός μέσα στο αυτοκίνητό του, χτυπημένος από οπλοπολυβόλο. Μερικές ημέρες αργότερα, ο πατέρας του φεύγει από τη ζωή.

Ο Αλέκος προσπαθεί να κρατήσει το μυαλό του ζωντανό. Γράφει ποιήματα. Το καλοκαίρι του 1970, κυκλοφορούν στην Ιταλία. Υπήρξαν στρατιώτες που τον βοήθησαν να τα βγάλει έξω από τη φυλακή. Προλογίζει ο Βασίλης Βασιλικός, ενώ την εισαγωγή γράφει ο Pier Paolo Pasolini. Ο Θεοδωράκης μελοποιεί τρία ποιήματα: το «Πάλης ξεκίνημα, νέοι αγώνες», το «Μαθαίνοντας τον θάνατό σου» και το «Στην Ελλάδα σήμερα».

Ο Παναγούλης προσπαθεί να σχεδιάσει ξανά μία απόδραση. Αυτή τη φορά, θα τον βοηθούσε ο δεσμοφύλακας στο Μπογιάτι Κώστας Μπεκάκος. Στη σχεδιαζόμενη απόδραση αναμειγνύονται ο ασκούμενος δικηγόρος Κώστας Ανδρουτσόπουλος, αλλά και η Αμαλία Φλέμινγκ. Μέσα σε ένα βιβλίο που του δίνει η μητέρα του, κρύβουν λεπτά σιδηροπρίονα. Ενώ όλα είναι έτοιμα για την απόδρασή του από τις φυλακές της Αίγινας, αποδρά ο συναγωνιστής και ξάδερφός του Νίκος Ζαμπέλης. Σημαίνει συναγερμός. Ψάχνουν το κελί του Παναγούλη, βρίσκουν τα σίδερα πριονισμένα, τον σπάνε στο ξύλο και τον μεταφέρουν στο Κέντρο Εκπαίδευσης Στρατιωτικής Αστυνομίας (ΚΕΣΑ) στο Γουδί. Ο Μπεκάκος φοβάται και εξαφανίζεται.

Ο Παναγούλης δεν το βάζει κάτω. Στο ΚΕΣΑ γνωρίζεται με τον δεκανέα της ΕΣΑ Δημήτριο Στάικο που υπηρετεί εκεί τη θητεία του. Ο Στάικος τον αντιμετωπίζει φιλικά. Ο Παναγούλης του ζητά να τον βοηθήσει να δραπετεύσει. Ο Στάικος ειδοποιεί τον Ανδρούτσοπουλο. Βράδυ 30ης προς 31 Αυγούστου του 1971, ο Ανδρουτσόπουλος μαζί με τους Ελληνοαμερικανούς John Skelton και Αθηνά Ψυχογιού περιμένουν τον Παναγούλη έξω από το ΚΕΣΑ – η Φλέμινγκ θα τους περίμενε στο τέλος της Μεσογείων, ώστε να παραλάβει τον Παναγούλη με το αυτοκίνητό της. Όμως ο Στάικος τους καρφώνει. Ο ταγματάρχης Χατζηζήσης περικυκλώνει το αυτοκίνητο με τον Ανδρουτσόπουλο, τον Skelton και τη Ψυχογιού. Λίγο αργότερα, συλλαμβάνεται και η Φλέμινγκ. Δικάζονται.

Ο Αλέξανδρος Παναγούλης τον Σεπτέμβριο του 1973 πάνω από το κρεβάτι του ηρωικού ταγματάρχη Σπύρου Μουστακλή, ο οποίος έμεινε παράλυτος και έχασε την ομιλία του μετά τα φρικτά βασανιστήρια στα κρατητήρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ.

Στις 11 Αυγούστου του 1972, συλλαμβάνεται και ο Στάθης Παναγούλης. Υποβάλλεται και εκείνος σε φριχτά βασανιστήρια. Μεταφέρεται επίσης στο Μπογιάτι, όμως δεν θα συναντηθεί ποτέ με τον αδελφό του.

Στις 19 Αυγούστου του 1973, ο Παπαδόπουλος δίνει γενική αμνηστία. Το μέτρο αφορά και τον Παναγούλη. Όταν ο διευθυντής των φυλακών του το ανακοινώνει, εκείνος απαντά ότι δεν ζήτησε χάρη και αρνείται να βγει από το κελί του.

Τα βασανιστήρια: μαστίγωμα με καλώδια και συρματόσχοινα, φάλαγγα, καψίματα με τσιγάρο σε όλο του το κορμί, σεξουαλικά βασανιστήρια με πέρασμα στην ουρήθρα του μιας λεπτής βελόνας

Ο Παναγούλης θα αποφυλακιστεί, έχοντας υποστεί στα πέντε χρόνια της φυλάκισής του τα φριχτότερα βασανιστήρια: μαστίγωμα με καλώδια και συρματόσχοινα, φάλαγγα, καψίματα με τσιγάρο σε όλο του το κορμί, σεξουαλικά βασανιστήρια με πέρασμα στην ουρήθρα του μιας λεπτής βελόνας από ευάγωγο μέταλλο το οποίο θέρμαιναν, απόφραξη αναπνευστικών οδών, ξυλοδαρμούς, στέρηση ύπνου, βίαιη χορήγηση τροφής μετά από απεργία πείνας, ενώ ήταν μόνιμα χειροδέσμιος.

Δύο ημέρες μετά την αποφυλάκισή του, η διεθνούς φήμης ιταλίδα δημοσιογράφος Oriana Fallaci έρχεται στην Ελλάδα για να του πάρει συνέντευξη. Τον συναντά στο πατρικό του στη Γλυφάδα. Η χημεία είναι έκδηλη μεταξύ τους και η συνέντευξη που της παραχωρεί συγκλονιστική.

Δεν φαντάζομαι να πιστεύεις ότι εγώ ταυτίζω την ανθρωπότητα με τα κτήνη της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας! Μα, αυτοί είναι μόνο μια φούχτα άνθρωποι!

«Δεν ζήτησα εγώ τη χάρη. Μου την επιβάλλανε εκείνοι. Εγώ είμαι έτοιμος να γυρίσω ξανά στη φυλακή, και τώρα αμέσως», της λέει. Η Fallaci τον ρωτά αν αγαπά μετά από όλα αυτά ακόμη τους ανθρώπους. «Να τους αγαπάω ακόμη; Θες να πεις, αν τους αγαπάω περισσότερο! Μα, στο Θεό σου, πώς μπορείς να μου κάνεις τέτοια ερώτηση; Δεν φαντάζομαι να πιστεύεις ότι εγώ ταυτίζω την ανθρωπότητα με τα κτήνη της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας! Μα, αυτοί είναι μόνο μια φούχτα άνθρωποι! (…)Εγώ συνάντησα τόσους καλούς ανθρώπους στα πέντε αυτά χρόνια. Ακόμη και αστυνομικούς. Ναι, ναι! Σκέψου μόνο τους απλούς στρατιώτες που έπαιζαν τη ζωή τους, για να βγάλουν από τη φυλακή τα γράμματά μου, τα ποιήματά μου». Θα πει, ακόμη, ότι δεν πιστεύει στο Θεό. Ότι, αν του μιλήσεις για τον Θεό, θα σου απαντήσει με τα λόγια του Einstein: «Πιστεύω στον Θεό του Spinoza». Θα πει ότι δεν επιζητά εκδίκηση, μόνο μια πραγματική δίκη. Ότι θα του ήταν αρκετό, αν καταδικάζανε τους βασανιστές του σε φυλάκιση μιας μόνο μέρας, στο κελί που έζησε εκείνος για πέντε χρόνια.

Ο Αλέκος Παναγούλης στις 10 Ιούνιου του 1969 επιδεικνύεται στους δημοσιογράφους μετά τη σύλληψή του. Είχε προηγηθεί η απόδραση του από τις φυλακές Μπογιατίου με τη βοήθεια του στρατιώτη Γιώργου Μωράκη.

Θα πει ότι δεν είναι κομμουνιστής, επειδή δεν δέχεται τα δόγματα. Ότι, αν ζούσε σε μια δημοκρατική χώρα, θα αφιερωνόταν στην πολιτική. «Επειδή αυτό που κάνω και που έκανα ως τώρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί πολιτική, είναι απλά ένα φλερτ με την πολιτική. Κι εμένα το φλερτ μου αρέσει, αλλά πολύ περισσότερο μου αρέσει ο έρωτας. Στη Δημοκρατία, το να ασχολείσαι με την πολιτική είναι σαν να κάνεις έρωτα με τον έρωτα».

Η ερωτική ατμόσφαιρα με τη Fallaci είναι έντονη. Η ώρα είναι περασμένη και της προτείνει να τη φιλοξενήσει στο πατρικό του. Την επόμενη ημέρα, της ζητά να μην φύγει. Εκείνη, όμως, παίρνει το αεροπλάνο για τη Ρώμη. Το πρώτο του τηλεγράφημα έχει ήδη φθάσει: «Σε περιμένω», της γράφει. Το δεύτερο του τηλεγράφημα φθάνει μετά από δύο ημέρες: «Τι περιμένεις;». Στο τρίτο, ύστερα από τέσσερις ημέρες, έλεγε: «Είμαι πολύ λυπημένος που συνεχίζεις να μην έχεις θάρρος». Την επόμενη εβδομάδα, η Fallaci πηγαίνει στη Βόννη. Λαμβάνει ένα τηλεγράφημα: Ο Παναγούλης της αναφέρει ότι νοσηλεύεται σε πολυκλινική. Το συνοδεύει με ένα ποίημα: «Αγάπης λέξεις ξεχασμένες/ αναστημένες/με φέρνουν πάλι στη ζωή». Η Fallaci τα παράτα όλα και έρχεται στην Ελλάδα. Εκείνο το βράδυ κάνουν για πρώτη φορά έρωτα.

Είναι ερωτευμένοι. Ταξιδεύουν στην Αίγινα – ο Παναγούλης θέλει να δει τον τόπο που θα τον εκτελούσαν. Ύστερα, στην Κρήτη. Εκεί, στη διαδρομή Χανιών-Ηρακλείου, ένα αυτοκίνητο τους καταδιώκει και τους εκφοβίζει. Ο Παναγούλης και η Fallaci προσπαθούν να φύγουν στην Ιταλία. Μετά από δυσκολίες, τελικώς τα καταφέρνουν. Ο Αλέκος προσπαθεί από εκεί να οργανώσει την αντίσταση, ταξιδεύει σε Γερμανία, Γαλλία, Ελβετία, Αυστρία. Πρόθυμοι, δεν θα βρεθούν.

Καταφεύγουν στη Φλωρεντία, σε ένα παραμυθένιο σπίτι μέσα στο δάσος. Εκεί υπάρχει μία ντουλάπα με καθρέπτη. Πάνω της, καθρεπτίζονται μία αγριοκαστανιά και ένα κυπαρίσσι, «έτσι που ήταν σαν να βρισκόσουν μέσα στο δάσος και όχι στο δωμάτιο», όπως γράφει η Fallaci. Μία ημέρα, ένας κοκκινολαίμης μπαίνει στο δωμάτιο, μπερδεύεται και ορμά πάνω στο είδωλο των δέντρων που καθρεπτίζονται στον καθρέπτη. «Ήταν πολύ μικρός, ίσως στο πρώτο πέταγμά του και εσύ τον μάζεψες με λεπτότητα και χέρια που έτρεμαν, του κόλλησες με τσιρότο το φτερό ανάμεσα σε δύο οδοντογλυφίδες, του έφτιαξες φωλιά μέσα σε ένα καπέλο όπου έμεινε δύο ημέρες και δύο νύχτες, κλαψουρίζοντας ένα ελαφρύ κελάηδισμα που μόνο τα ξημερώματα της τρίτης ημέρας σταμάτησε και σε έκανε να πεταχτείς από το κρεβάτι: «Έγινε καλά, έγινε καλά!». Αλλά δεν είχε γίνει καλά, είχε ψοφήσει και χαϊδεύοντας το νεκρό, πουπουλένιο κορμάκι που έμεινε ακίνητο ψιθύρισες: «Σε σκότωσε η απάτη, βλέπεις τι συμβαίνει, όταν κυνηγούμε κάτι που δεν υπάρχει»».

Η Χούντα πέφτει. Στις 13 Αυγούστου του 1974 ο Παναγούλης επιστρέφει στην Αθήνα. Μόνο μια μικρή ομάδα τον περιμένει στο αεροδρόμιο. «Ακούστηκε ένα χειροκρότημα όμοιο με αυτά που ακούγονται, όταν σβήνουν τα κεράκια μίας τούρτας γενεθλίων»

Τη σχέση του Παναγούλη με τη Fallaci σκιάζει ένα γεγονός. Είναι άνοιξη, τα παράθυρα του σπιτιού τους είναι ανοιχτά, όπως διηγείται η Fallaci. Μια παρέα φασιστών φαίνεται να τους παρακολουθεί και να τους παρενοχλεί. Κάθε βράδυ, όταν σβήνουν το φως, μια φωτεινή δέσμη φωτός πέφτει επάνω τους. Ένα βράδυ, ο Παναγούλης δεν αντέχει. Ορμά να βγει έξω, για να τους αντιμετωπίσει. Η Fallaci προσπαθεί να τον εμποδίσει. Αρπάζει το κλειδί. Παλεύουν. Εκείνη διηγείται: «Ένας ισχυρός πόνος. Το κλειδί βρίσκεται στα χέρια σου. Η φωνή μου σπάζει τη σιωπή, για να πει αυτό που ακόμη δεν ξέρεις: «Το παιδί»». Μια εγκυμοσύνη σταματά. Ο Παναγούλης συντρίβεται: «Είμαι ο θάνατος. Κουβαλώ πάνω μου τον θάνατο και τον μοιράζω», θα πει.

Η Χούντα πέφτει. Στις 13 Αυγούστου του 1974 ο Παναγούλης επιστρέφει στην Αθήνα. Σύμφωνα με τη Fallaci, μόνο μια μικρή ομάδα τον περιμένει στο αεροδρόμιο. «Ακούστηκε ένα χειροκρότημα όμοιο με αυτά που ακούγονται, όταν σβήνουν τα κεράκια μίας τούρτας γενεθλίων», γράφει. «Αφέθηκες να τραβολογηθείς, να καταφιληθείς από ασθμαίνοντα στόματα, να ψηλαφηθείς από ιδρωμένα χέρια, μετά εξαφανίστηκες μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο και μέχρι την άλλη μέρα το πρωί δεν σε ξαναείδε κανένας. «Γιατί, Αλέκο; Τι έκανες;», «Mεθοκόπησα χειρότερα και από ένα γουρούνι. Και πήγα με μία πουτάνα. Χοντρή». Γιατί, Αλέκο, γιατί;». «Γιατί με κέρδισε σαν κουκλάκι στη σκοποβολή»».

Ο Παναγούλης θα υπάρξει μάλλον άπιστος στη σχέση του με τη Fallaci. Ο φίλος του Νίκος Νικολαΐδης έχει πει: «Εγώ πιστεύω πως ποτέ δεν ξετρελάθηκε μαζί της. Όμως τη θαύμαζε, ως δημοσιογράφο. (…) Κι όταν λογόφερναν δεν της χαρίζονταν: «Βρήκες ένα λουλούδι και με έβαλες στο πέτο σου…». Όμως, την ευγνωμονούσε. Χάρη σε αυτήν άνοιγαν οι πόρτες εφημερίδων και πολιτικών σε όλη την Ιταλία».

Στις εκλογές του 1974 κατεβαίνει υποψήφιος στη Β Αθηνών με την Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις, του Γεώργιου Μαύρου. Εκλέγεται έκτος, με μόλις 9.000 ψήφους. Ο λαός μοιάζει να ξεχνά.

Η δίκη των Συνταγματαρχών ξεκινά. Θανατική ποινή για τον Παπαδόπουλο, τον Παττακό και τον Μακαρέζο. Ο Παναγούλης εκπλήσσει με τη δήλωσή του: «Ανεξάρτητα μ’ αυτά, στη συνείδησή μου υπερισχύει ο πολιτικός χαρακτήρας της δίκης και ξεπερνώντας κάθε προσωπικό πάθος πιστεύω πως αποδίδεται δικαιοσύνη και χωρίς να σκάψουμε τάφους. Αλλοίμονο στους λαούς που δεν σκότωσαν τους τυράννους τους την ώρα του αγώνα. Κάθε καταδίκη μετά, στη συνείδηση του ιστορικού, μοιάζει περισσότερο με εκδίκηση, παρά με καταδίκη».

Παράλληλα, ξεκινά η δίκη των δικών του βασανιστών. Ακόμη και εκεί, μοιάζει να είναι επιεικής μαζί τους. Ο Θεοφιλογιαννάκος θα πει στο στρατοδικείο: «Ο Αλέκος… ο βουλευτής Παναγούλης δεν διηγήθηκε όλα όσα μπορούσε να διηγηθεί. Και όσα ανέφερε είναι αλήθεια. Τον παρακαλώ να πιστέψει ότι λυπάμαι που του φερθήκαμε, όπως του φερθήκαμε. Τον παρακαλώ να πιστέψει ότι τον εκτιμώ πολύ, ότι πάντοτε τον εκτιμούσα, ότι και τότε τον εκτιμούσα πολύ. Γιατί… Γιατί κύριοι, ήταν ο μοναδικός που δεν υπέκυψε! Ο μοναδικός που δεν λύγισε ποτέ».

Ο Παναγούλης πλέον έχει άλλους εχθρούς. Όπως γράφει ο Κώστας Μαρδάς, «Έβαλε νέο άμεσο στόχο: Τα αρχεία της ΕΣΑ και τον Ευάγγελο Αβέρωφ. Με τον τελευταίο είχε ψύχωση. Πίστευε ότι αποτελούσε, τρόπον τινά, τον Δούρειο Ίππο της Ακροδεξιάς, στην καραμανλική κυβέρνηση. Ότι ήταν προστάτης των χουντικών. Ότι ετοίμαζε μια ημιχούντα».

Ο Παναγούλης συνάπτει επίτηδες σχέση με τη γυναίκα του αρχιβασανιστή του Νικόλα Χατζηζήση, για να πάρει με αυτόν τον τρόπο μέρος των αρχείων της ΕΣΑ που μαθαίνει ότι βρίσκονται στα χέρια της. Το καταφέρνει.

Τα Νέα γράφουν: «Σκότωσαν τον Παναγούλη για να μην κάνει αποκαλύψεις». Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες μιλούν για δυστύχημα, υιοθετώντας τη θέση της κυβέρνησης

Σύμφωνα με τη Fallaci, ανακαλύπτει εκεί έγγραφα που ενοχοποιούν πολιτικούς για σχέσεις με τη Χούντα. Στις 14 Απριλίου του 1976, ο Παναγούλης παραιτείται και από το κόμμα του. Παράλληλα, συνεννοείται με την εφημερίδα Τα Νέα για τη δημοσίευση των αρχείων που απέσπασε. Οι δημοσιεύσεις ξεκινούν, αλλά σταματούν άδοξα λίγες ημέρες μετά, εξαιτίας απαγορευτικής εντολής του επιτρόπου του στρατοδικείου Μιχάλη Ζούβελου. Σύμφωνα με τη Fallaci, οι ανώνυμες απειλές για τη ζωή του Παναγούλη είναι συνεχείς και εκείνος, μετά την απαγόρευση, θέλει να φέρει τα στοιχεία που κατέχει στη Βουλή – εν ανάγκη, θα έβγαζε δικό του περιοδικό, προκειμένου να τα δημοσιεύσει.

Δεν προλαβαίνει. Το νήμα της ζωής κόβεται το Σάββατο της 1ης Μαΐου του 1976. Τα Νέα γράφουν: «Σκότωσαν τον Παναγούλη για να μην κάνει αποκαλύψεις». Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες μιλούν για δυστύχημα, υιοθετώντας τη θέση της κυβέρνησης.

Η κηδεία του Παναγούλη πραγματοποιείται στις 5 Μαΐου. Τον δρόμο πλημμυρίζουν χιλιάδες Έλληνες και Ελληνίδες. Τα ερωτήματα για τον θάνατό του παραμένουν.

Τέσσερις ημέρες μετά τον θάνατο του Παναγούλη, ο Μιχάλης Στέφας, ένας 31χρονος βιοτέχνης εμφανίζεται στην Αστυνομία και δηλώνει ότι ο Παναγούλης έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του μετά από πρόσκρουση στο πίσω δεξιό φτερό του δικού του αυτοκινήτου, επιβεβαιώνοντας την εκδοχή του δυστυχήματος. Σύμφωνα με τον ίδιο, εγκατέλειψε αβοήθητο τον Παναγούλη, επειδή το αυτοκίνητό του έφερε ξένη πινακίδα που δεν ίσχυε στην Ελλάδα και φοβόταν μην έμπλεκε.
Δηλώνει μέλος της νεολαίας του ΚΚΕ εσωτερικού, Ρήγας Φεραίος. Η νεολαία ανακοινώνει ότι δεν τον γνωρίζει. Κατά διαβολική σύμπτωση, στις 10 το πρωί, λίγες ώρες πριν από το θανατηφόρο συμβάν, ο Στέφας βρισκόταν στο ισόγειο κατάστημα της πολυκατοικίας όπου στεγαζόταν και το γραφείο του Αλέξανδρου Παναγούλη, προκειμένου να αγοράσει εξαρτήματα για τις ραπτομηχανές της βιοτεχνίας του. Η Fallaci ουρλιάζει ότι πρόκειται για δολοφονία

Έναν χρόνο αργότερα, πραγματοποιείται η δίκη. Κατά τη διάρκειά της η Αθήνα Παναγούλη δηλώνει: «Υποτιμώ τη νοημοσύνη ολόκληρης της υφηλίου, αν καταθέσω σε αυτή τη δίκη ότι ο γιος μου υπήρξε θύμα τροχαίου. Ήταν δολοφονία. Διέπραξαν ένα καθ’ όλα τέλειο έγκλημα». Ένας αυτόπτης μάρτυρας επέμενε για την εμπλοκή στο συμβάν τριών αυτοκινήτων. Το δικαστήριο επέβαλε ποινή 3,5 χρόνων στον Στέφα. Μετά από έφεσή του, η ποινή μειώθηκε σε 11 μήνες φυλάκισης, που εξαγοράσθηκε προς 150 δραχμές την ημέρα και σε πρόστιμο 3.000 δραχμών. Η οικογένεια Παναγούλη μίλησε για παρωδία και αποχώρησε από το δικαστήριο.

Η κηδεία του Παναγούλη πραγματοποιείται στις 5 Μαΐου. Τον δρόμο πλημμυρίζουν χιλιάδες Έλληνες και Ελληνίδες. Τα ερωτήματα για τον θάνατό του παραμένουν.

Το 2013, ο Στάθης Παναγούλης δηλώνει στη Ελευθεροτυπία: «Τα αρχεία της ΕΣΑ τα βρήκε ο ίδιος με συνεργάτες του από το σπίτι του Χατζηζήση, ο οποίος ήταν διοικητής του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Εκεί περιγράφονταν οι σχέσεις της Χούντας με πολιτικούς. Είχε έρθει σε ρήξη με τον Αβέρωφ, αλλά, κατά τη γνώμη της οικογένειας, δεν σχετίζεται με το γεγονός. Κλειδί της υπόθεσης ήταν το παρακράτος που έζησε η χώρα μας μετά τον Εμφύλιο. Εμείς εκείνη την εποχή είχαμε πει ότι τα θεωρούσαμε όλα πιθανά. Ενδείξεις είχαμε, αποδείξεις δεν είχαμε. Είχαμε ενδείξεις ότι παρακολουθείτο».

Η Fallaci θα γράψει στο βιβλίο της: «Η ιστορία του κόσμου μας απέδειξε καλά ότι, μόλις πεθάνει ένας αρχηγός, εφευρίσκεται ένας άλλος, μόλις πεθάνει ένας άνθρωπος της δράσης, εμφανίζεται ένας άλλος. Όμως, όταν πεθάνει ένας ποιητής, όταν εξοντωθεί ένας ήρωας, δημιουργείται ένα ασυμπλήρωτο κενό και δεν μένει άλλο από το να περιμένουμε από τους θεούς να τον αναστήσουν. Ποιος ξέρει πού, ποιος ξέρει πότε».

ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΙΛΑΘΛΟΥΣ ΤΟΥ ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΗΘΕΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ , ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ ΤΟΥΣ .

Το δημοτικό στάδιο της Νέας Αλικαρνασσού και το αεροδρόμιο «Νίκος Καζαντζάκης» το οποίο βρίσκεται ελάχιστα μέτρα μακριά του, έχουν ταυτιστεί με ουκ ολίγες μεταξύ τους ιστορίες…

Από τις μπάλες που έχουν βρεθεί στους διαδρόμους του αεροδρομίου, τις προσγειώσεις πάνω στα… κεφάλια των φιλάθλων, μέχρι και το πυροσβεστικό όχημα που βρίσκεται σταθερά στην άκρη, με το προσωπικό που το επανδρώνει να παρακολουθεί τους αγώνες…

Έτσι και στον αγώνα της Κυριακής με τον Αστέρα Αμαλιάδας, δεν ήταν λίγες οι φορές που αεροπλάνα προσγειώθηκαν κατά τη διάρκεια του αγώνα. Ένα από αυτά απαθανάτισε με τον φακό του ο φωτογράφος Κώστας Μεταξάκης της image services, σε ένα εξαιρετικό στιγμιότυπο.

Οι φίλαθλοι πάντως δεν έδειξαν και τόσο μεγάλο ενδιαφέρον για το αεροπλάνο που πετούσε, καθώς η προσοχή τους ήταν όλη στραμμένη μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου, εκεί όπου… πετούσε η ομάδα του Μανόλη Παπαματθαιάκη.

Ο ΑΠΡΙΛΗΣ της παράδοσης .

Ο ΑΠΡΙΛΗΣ της παράδοσης και 25η Απριλίου η εορτή του Αγίου Μάρκου.

Ο Απρίλιος είναι ο μοναδικός μήνας της χρονιάς που το όνομά του φανερώνει την κατάσταση και τον χαρακτήρα της χρονικής περιόδου που καλύπτει (ονομάστηκε έτσι από το λατινικό ρήμα aperio, που σημαίνει ανοίγω, επειδή το μήνα αυτό ανοίγουν τα πάντα: τα δέντρα, τα λουλούδια, ο καιρός), σε αντίθεση μ’όλους τους υπόλοιπους, που οι ονομασίες τους άγουν την ετυμολογία τους σε θεούς, αυτοκράτορες, ή στην αριθμητική τοποθέτησή τους μέσα στη χρονιά.

25 Απριλίου η εορτή του Αγίου Μάρκου.
Είναι μια «αλαφρά» γιορτή που περνάει σχεδόν απαρατήρητη για όλο τον κόσμο, εκτός από τους γεωργού, που τη σέβονται και κρατούν την αργία της. Δε ζεύουν αλέτρι, δε βαρούν τσαπισιά στο χωράφι. Ο άγιος Μάρκος είναι για τα φίδια. Το όνομα του Αγίου παρετυμολογήθηκε από το μαργώνω, μαρκώνω, ναρκώνω. Πιστεύουν, δηλαδή, πως ο άγιος τους προστατεύει από τα φίδια, γιατί με τις πρώτες ζέστες τα μαργώνει ή αλλιώς τα ναρκώνει:
«….Μάρκο, Μάρκο, μάρκωσέ τα
Κι αϊ-Γιώργη τύφλωσέ τα.
Μέσα γεια, μέσα χαρά,
καλές μανάδες, γεροί πατέρες,
όξω φίδια και γουστέρες…»
Λένε σε πολλές αγροτικές περιοχές της χώρας.

Φωτογραφία της Αποστολοπούλου Άννα.
Βιογραφία
Ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Μάρκος ήταν ανεψιός του Αποστόλου Βαρνάβα και η μητέρα του ονομαζόταν Μαρία. Η καταγωγή του ήταν μάλλον από την Κύπρο, αργότερα όμως εγκαταστάθηκε στα Ιεροσόλυμα. Το ιουδαϊκό όνομα του ευαγγελιστού ήταν Ιωάννης. Μάρκος ήταν το Ρωμαϊκό του επώνυμο, που πήρε κατά τη συνήθεια που υπήρχε τότε. Και μ’ αυτό έμεινε γνωστός στον χριστιανικό κόσμο.Ο Μάρκος από πολύ νωρίς μπήκε στην υπηρεσία της Εκκλησίας, συνοδεύοντας το θείο του Βαρνάβα και τον Απ. Παύλο στις διάφορες περιοδείες τους. Επίσης, εργάσθηκε για πολύ καιρό κοντά στον Απ. Πέτρο. Κατά την παράδοση, ο Μάρκος κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αίγυπτο, τη Λιβύη, τη Βαρβαρία, και είχε χρηματίσει πρώτος επίσκοπος Αλεξανδρείας. Ο ευαγγελιστής Μάρκος πιστεύεται ακόμη ότι είναι εκείνος ο νεανίσκος, που, όπως αναφέρει ο ίδιος στο Ευαγγέλιο του (Μαρ. ιδ’, 51-52), ακολούθησε τον Ιησού μετά τον Μυστικό Δείπνο στον κήπο της Γεθσημανής τυλιγμένος σ’ ένα σινδόνι, Μετά τη σύλληψη του θείου Διδασκάλου οι υπηρέτες όρμισαν και προς αυτόν. Μα ο νεανίσκος, για να γλιτώσει, αφήκε το σινδόνι κι έφυγε γυμνός.

Για τον τρόπο του θανάτου του οι γνώμες διίστανται. Η μία αναφέρει ότι πέθανε ειρηνικά στην Αλεξάνδρεια, ενώ η άλλη, ότι πέθανε δια λιθοβολισμού από τους ειδωλολάτρες. Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή, ο Απόστολος Μάρκος, κάποια μέρα που κήρυττε, τον άρπαξαν οι εχθροί της πίστεως, οι εθνικοί κι οι ειδωλολάτρες, κι αφού τον έδεσαν με σχοινιά, τον έσυραν στους δρόμους της Αλεξανδρείας, όπου και πέθανε από τα τραύματα του στις πέτρες. Το άγιο λείψανο του το περιμάζεψαν με πόνο οι χριστιανοί και το έθαψαν σ’ ένα γειτονικό χωριό.

Το σπουδαίο είναι ότι ο Μακρός έγραψε το δεύτερο κατά σειρά στην Καινή Διαθήκη Ευαγγέλιο περί το 65 μ.Χ. και είναι και το συντομότερο από τα τέσσερα κι είναι γνωστό σαν το Ευαγγέλιο των θαυμάτων του Ιησού. Μέσα σ’ αυτό ο ιερός ευαγγελιστής, παρόλο που δεν ήταν από τον κύκλο των δώδεκα αποστόλων, έχει περιλάβει αρκετά από τα γεγονότα της ζωής του Κυρίου μας. Ολίγα από τη διδασκαλία Του, τα θαύματα Του, τα Πάθη και την Ανάσταση Του. Παραλείπει την επί του όρους Ομιλία και τις πιο πολλές από τις μακρές ομιλίες του Ιησού Χριστού. Πιο πολύ ο ευαγγελιστής διηγείται αυτά που έκανε ο θείος Διδάσκαλος κι όχι αυτά που είπε. Και τούτο, γιατί κύριος σκοπός της συγγραφής του ήταν με την έκθεση αυτή των θαυμάτων να αποδείξει τη θεϊκή του Ιησού καταγωγή και τη δύναμη Του, ιδιαίτερα δια των θαυμάτων. Γι΄ αυτό και οι αγιογράφοι τοποθετούν δίπλα στον ευαγγελιστή Μάρκο ένα λιοντάρι, που είναι σύμβολο της δύναμης.

Κατά τον 9ο αιώνα έμποροι Ενετοί μετέφεραν τα άγια λείψανα στη Βενετία και τα τοποθέτησαν σ’ ένα πολύ μεγάλο και ωραιότατο ναό, που έκτισαν προς τιμή του.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ Πέτρου συνέκδημος, καὶ κοινωνὸς ἱερός, τοῦ Λόγου διάκονος, καὶ ὑποφήτης σοφός, ἐδείχθης Ἀπόστολε, ὅθεν τὸ τοῦ Σωτῆρος, Εὐαγγέλιον θεῖον, Μᾶρκε διαχαράττεις, ὡς οὐράνιος μύστης, διὸ Εὐαγγελιστὰ σέ, πόθω γεραίρομεν.Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε ἅγιε καὶ Εὐαγγελιστά Μάρκε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τὴν χάριν τὴν τοῦ Πνεύματος, ῥητόρων πλοκάς, διέλυσας Ἀπόστολε, καί τά ἔθνη ἅπαντα, σαγηνεύσας, Μᾶρκε ἀοίδιμε, τῷ Δεσπότῃ προσήγαγες, τό θεῖον κηρύξας Εὐαγγέλιον.

Μεγαλυνάριον
Πέτρω τω Θεόπτη μαθητευθείς, των υπερκοσμίων, εχρημάτισας μιμητής· όθεν του Σωτήρος, ημίν ευηγγελίσω, ώ Μάρκε θεηγόρε, την συγκατάβασιν.

ΤΟ ΤΑΠΕΙΝΟ ΧΑΜΟΜΗΛΑΚΙ ΚΑΙ ΟΙ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΣΔΙΔΕΙ Η ΛΑ’Ι’ΚΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

το χαμομήλι (Marticaria Chamemilla) του Αγίου Γεωργίου το λουλουδάκι.

Η χριστιανική παράδοση έχει αφιερώσει το χαμομήλι στον Άγιο Γεώργιο, προφανώς γιατί ανθίζει κοντά στην γιορτή του (23 Απριλίου). Παλιά στόλιζαν την εικόνα του Αγίου Γεωργίου με λουλούδια από χαμομήλι, διότι το χαμομήλι είχε τα δυο χρώματα, το κίτρινο κεφάλι αντιπροσώπευε τις αρρώστιες και τα βάσανα και το λευκό πέταλο την ευτυχία. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας ή της περιφοράς της εικόνας οι προσκυνητές έπαιρναν τα λουλούδια του χαμομηλιού από την εικόνα και τα τοποθετούσαν στο εικόνισμα της οικίας των για να προφυλάσσονται από τις ασθένειες. Όταν κάποιος νοσούσε από την οικογένεια, έφτιαχναν ιατρικά παρασκευάσματα μέσα έριχναν και λίγο διαβασμένο χαμομήλι για να πιάσει όπως λέγανε το γιατρικό.

«Άγιε μου Γιώργη άρχοντα, πιστέ μου καβαλάρη
κάνε πάλι τα θάμα σου και μένανε μια χάρη.
Το που γιορτάζει η χάρη σου στα τέλη του Απρίλη
οπ’ ανθίζουν ούλα τα κλαριά και αυτό το χαμομήλι..»

Φωτογραφία της Αποστολοπούλου Άννα.

Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΑΙ ΤΙ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΤΑΦΗ ΤΟΥ .

«Είμαι σίγουρος 100%, ο τάφος του Αλέξανδρου βρίσκεται στην Αλεξάνδρεια»

tzalas

Ο Χάρης Τζάλας με φόντο τα νερά της Αλεξάνδρειας Ο Χάρης Τζάλας με φόντο τα νερά της Αλεξάνδρειας

Ο Χάρης Τζάλας γεννήθηκε και έζησε στην Αλεξάνδρεια μέχρι την ηλικία των 20 ετών, όταν σημειώθηκε η μεγάλη φυγή των Ευρωπαίων. Μετανάστευσε σε διαφορετικές χώρες, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου ζει με την οικογένειά του, αν και στην πραγματικότητα ποτέ δεν έφυγε από τη γενέτειρά του.

Εξαιρετικός αφηγητής, πρόεδρος του Ινστιτούτου Προστασίας Ναυτικής Παράδοσης, συγγραφέας, μελετητής της τοπογραφίας της Αλεξάνδρειας και υπεύθυνος των ενάλιων ερευνών της ελληνικής αποστολής που δραστηριοποιείται με μεγάλη επιτυχία τις δύο τελευταίες δεκαετίες, είναι ακούραστος ερευνητής που ενδίδει στις προκλήσεις.

Το 1998 συστάθηκε το Ελληνικό Ινστιτούτο Μελετών Αρχαίας και Μεσαιωνικής Αλεξάνδρειας με στόχο την ενάλια έρευνα, πρόταση που του απηύθυναν οι ίδιες οι αιγυπτιακές αρχές. Εκτοτε έχουν οργανωθεί και πραγματοποιηθεί 28 πετυχημένες αποστολές στο βυθό της Αλεξάνδρειας. Πλήθος ευρημάτων έχουν έρθει στο φως με σημαντικότερο ίσως την παραστάδα πόρτας βάρους 14 τόνων που εντοπίστηκε στην περιοχή Ακρα Λοχειάδα και ανήκει πιθανόν στο μαυσωλείο που έχτισε η τελευταία βασίλισσα της Αιγύπτου, η Κλεοπάτρα, και εκεί μέσα τελικά αυτοκτόνησε.

Αρωγοί στις πανάκριβες ενάλιες έρευνες είναι αδιάκοπα, όπως μας λέει, από την αρχή μέχρι σήμερα το Ιδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου, περιστασιακά το Ιδρυμα Νιάρχος και το Ιδρυμα Ψύχα, ενώ το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού μέχρι το 2004 είχε στηρίξει ηθικά την αποστολή. Τα τελευταία χρόνια το ινστιτούτο συνεργάζεται με το Μαριολοπούλειο-Καναγκίνειο Ιδρυμα για τις Επιστήμες του Περιβάλλοντος με στόχο τη γεωφυσική έρευνα.

Ο πυλώνας από την περιοχή της Ακρας Λοχειάδας ανασύρεται πρώτη φορά από το νερό, παρουσία τού τότε υπουργού Πολιτισμού Φαρούκ Χόσνι και του γενικού γραμματέα Αρχαιοτήτων δρος Ζάχι Χαουάς |

Με αφορμή τα γενέθλια των είκοσι χρόνων του ινστιτούτου αλλά και το πρώτο συνέδριο που διοργανώθηκε τον Δεκέμβριο στην Αθήνα με θέμα την ελληνιστική Αλεξάνδρεια συναντηθήκαμε και μιλήσαμε μαζί του. «Ολα ξεκίνησαν πριν από 21 χρόνια. Η Βιβλιοθήκη δεν είχε εγκαινιαστεί, αλλά υπήρχε το αμφιθέατρο όπου οι Αιγύπτιοι διοργάνωναν ένα συνέδριο για την τοπογραφία της Αλεξάνδρειας.

Ημουν προσκεκλημένος ομιλητής με θέμα τα αρχαία λιμάνια της Αλεξάνδρειας», μας λέει. «Την τελευταία ημέρα προέδρευα και στο κλείσιμο σηκώνεται ο τότε υπουργός Πολιτισμού Φαρούκ Χόσνι και μου λέει: “Κύριε Τζάλα, γιατί δεν υπάρχει ελληνική αποστολή, ενώ έχουμε δύο γαλλικές;”. Του απαντώ: “Υπουργέ μου, αν θέλετε με αυτό να τονίσετε ότι αγαπάτε τους Ελληνες το ξέρουμε, είμαστε δίπλα σας. Αλλά αν το εννοείτε, καθίστε να το συζητήσουμε”. Την ίδια ημέρα ήπιαμε καφέ και την επομένη πήγα στο Κάιρο και ξεκίνησα τις συνεννοήσεις. Επιστρέφοντας στην Αθήνα επισκέφτηκα τη γενική γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού, την κ. Μενδώνη, και της ανέπτυξα την πρόταση των Αιγυπτίων.

»Η θάλασσα είναι 50 φορές ακριβότερη από τη χερσαία ανασκαφή. Θυμάμαι λοιπόν ότι επί λέξει μού είπε: “Κύριε Τζάλα, κάντε ένα ινστιτούτο και προχωρήστε. Αν το κάνουμε ως κράτος θα θέλουμε 50 φορές περισσότερα από ό,τι μόνοι σας”… Ετσι δημιουργήσαμε το Ελληνικό Ινστιτούτο Μελετών Αρχαίας και Μεσαιωνικής Αλεξάνδρειας. Πλαισιωθήκαμε από επιστήμονες και δύτες και ξεκινήσαμε. Σήμερα μετράμε είκοσι οκτώ πετυχημένες αποστολές στον βυθό της Αλεξάνδρειας».

• Στην αρμοδιότητα της ελληνικής αποστολής είναι 14 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Τεράστιος χώρος. Ποια είναι τα σημαντικότερα ευρήματα που ανασύρατε;

Εχουμε χωρίσει την περιοχή σε 8 σημεία. Γνωρίζω την Αλεξάνδρεια από παιδί. Στη θέση δύο, στα απορρήγματα του λατομείου η μητέρα μου με έβαζε μικρό για να μη με παρασύρει το κύμα. Κολυμπούσαμε και βλέπαμε τα αρχαία. Ηξερα την περιοχή και είπαμε να ξεκινήσουμε τις έρευνες από την Ακρα Λοχειάδα που βρίσκονταν τα βασίλεια.

Εργασίες στην πλωτή εξέδρα |

Εκεί παίχτηκε το τέλος του αρχαιοελληνικού κόσμου, εκεί επιβλήθηκαν οι Ρωμαίοι, εκεί πέθαναν η Κλεοπάτρα και ο Αντώνιος. Εχουμε πολλά στοιχεία από τις πηγές. Ξέραμε ότι θα βρούμε αρχαία, αλλά δεν περιμέναμε να βρούμε τόσα πολλά. Βρήκαμε 500 μεγάλα αρχιτεκτονικά τμήματα, τεράστια υπολείμματα από ναούς που το καθένα ζυγίζει τόνους. Εννέα τόνοι είναι ο πυλώνας, δεκατέσσερις τόνοι είναι η παραστάδα μιας πόρτας που έφτανε τα έξι μέτρα.

• Θεωρείτε ότι ανήκε στο μαυσωλείο της Κλεοπάτρας, εκεί όπου η τελευταία βασίλισσα της Αιγύπτου αυτοκτόνησε;

Το πιστεύω με βάση στοιχεία και όχι έτσι γενικά. Ο πυλώνας που βρήκαμε μαρτυρεί τη θέση του ναού της Ισιδος Λοχειάδος. Είναι σημαντικό γιατί είναι ο μόνος πυλώνας που έχει βρεθεί στην Αλεξάνδρεια και επιβεβαιώνει το «πάντρεμα» του φαραωνικού στιλ με το ελληνικό. Επίσης είναι ο μικρότερος πυλώνας που βρέθηκε καθώς στην Ακρα Λοχειάδα δεν υπήρχε χώρος για μεγάλο ναό.

Ο πυλώνας όπως βρέθηκε στον βυθό |

Η Ισις είναι μικτή θεότητα και προστάτιδα των γυναικών στη γέννα. Η Κλεοπάτρα λοιπόν χτίζει τον ναό για να θέσει στην προστασία της θεάς τα τρία παιδιά της που κινδύνευαν. Τις δύσκολες ώρες πηγαινοερχόταν από το μαυσωλείο στον ναό, προσευχόταν και επέστρεφε. Θεωρούμε λοιπόν ότι στην περιοχή δεν θα υπήρχε άλλο τόσο μεγάλο κτίριο από το μαυσωλείο που να δικαιολογεί μια τόσο μεγάλη παραστάδα. Μπορεί να μην έχουμε βρει κινητά ευρήματα, γλυπτά ή έργα τέχνης, αλλά αυτά είναι σημαντικά στοιχεία γιατί φωτίζουν τις γνώσεις μας για την τοπογραφία της Αλεξάνδρειας.

• Σήμερα πού βρίσκεται η παραστάδα;

Στη θάλασσα, καθώς έχουμε μεγάλη δυσκολία να βρεθεί χώρος ώστε να εκτεθούν τόσο μεγάλα ευρήματα. Οπότε πολλά τα μελετάμε, τα φωτογραφίζουμε και τα επανατοποθετούμε στον βυθό. Μας επέτρεψαν να βγάλουμε τον πυλώνα, τον οποίο συντηρήσαμε και τον εκθέτουμε. Κοντά σε αυτά τα ευρήματα έχουμε ένα μεγάλο βάθρο για έφιππο άγαλμα, που είναι ελληνιστικό, έχουμε 8 μεγάλα μπλοκ από γρανίτη, ενώ λίγο πιο πέρα, έχουμε ένα σημαντικό εύρημα μαρτυρίας της πρώτης εκκλησίας του Αγίου Μάρκου. Υπήρχε ένα θρησκευτικό κέντρο αφιερωμένο στο μαρτύριο του Μάρκου.

Σιδερένια άγκυρα Σιδερένια άγκυρα |

Ανάμεσα σε άλλα έχουμε βρει δύο μεγάλα κιονόκρανα και την αρχαιότερη «Τράπεζα Αγαπών» που είναι χαρακτηριστικό των πρώτων χριστιανικών εκκλησιών. Επίσης έχουμε βρει κεραμική και πολλές άγκυρες, τη μεγαλύτερη ίσως συλλογή λίθινων αγκυρών στη Μεσόγειο. Εχουμε βγάλει περισσότερες από 50 άγκυρες, ισλαμικές φτωχών ψαράδων, τις οποίες έχουμε συντηρήσει και τις έχουμε μελετήσει.

• Εχετε ξεκινήσει τις διαδικασίες για την καινούργια αποστολή και πού θα επικεντρωθεί το ενδιαφέρον σας;

Θα γίνει το φθινόπωρο. Τα τελευταία χρόνια η Αίγυπτος έχει πολλά ζητήματα και υπάρχουν κάποιες δυσκολίες με τις αρχές. Στην Αίγυπτο των 90 εκατομμυρίων κατοίκων, δεν συναντάμε τον πολιτισμό της ερήμου, αλλά έναν πολιτισμό με άλλες απαιτήσεις από τους φαραώ έως τους Πτολεμαίους και οφείλουμε όλοι να τον προσέξουμε. Τα τελευταία τρία χρόνια μαζί με την αρχαιολογική μελέτη, προσπαθούμε να καταλάβουμε γιατί υπάρχει ανομοιογένεια στην καταβύθιση της Αλεξάνδρειας.

Εχουμε κάνει μια πολύ σημαντική συνεργασία με το Μαριολοπούλειο-Καναγκίνειο Ιδρυμα για τις Επιστήμες του Περιβάλλοντος, με τον ακαδημαϊκό και καθηγητή Χρήστο Ζερεφό, τον καθηγητή Κώστα Συνολάκη, ειδικό παγκοσμίως στα τσουνάμι, τον δρα Χρήστο Ρεπαπή και τη Νίκη Ευελπίδου, οι οποίοι έδωσαν νέα διάσταση στις έρευνές μας. Οι αρχαιολόγοι κοιτάζουμε την Ιστορία, αλλά το γεωλογικό και το γεωφυσικό κομμάτι δεν το καταλαβαίνουμε.

Ετσι, στις κοινές αποστολές μας προσπαθούμε να καταλάβουμε τα γεωφυσικά φαινόμενα. Για παράδειγμα, ο ύφαλος Ελ Χασάν στον χάρτη της Αλεξάνδρειας του 1472 εμφανίζεται καθαρά ως σκόπελος. Ωστόσο σήμερα η κορυφή του υφάλου έχει καταβυθιστεί σχεδόν 10 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Από τότε έως σήμερα έπρεπε να έχει κατέβει περίπου ένα μέτρο, ενώ σε άλλο σημείο λίγο πιο πέρα, παρατηρούμε ότι η ξηρά έχει τη σωστή καταβύθιση. Γι’ αυτό θέλουμε να καταλάβουμε τα γεωφυσικά φαινόμενα που άλλαξαν τη γεωμορφία και αχρήστευσαν τα λιμάνια της Αλεξάνδρειας. Είναι και αρχαιολογική αλλά και γεωφυσική έρευνα, εστιάζουμε την προσοχή μας σε αυτή την καταβύθιση.

• Ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου θεωρείτε ότι βρίσκεται στην Αλεξάνδρεια;

Ναι, 100%.

• Το γεγονός ότι έχουν γίνει ανασκαφές τα τελευταία 200 χρόνια από διαφορετικούς επιστήμονες και μη, χωρίς αποτελέσματα, τι σας λέει;

Εχω γράψει τρία άρθρα για το θέμα. Η βασιλική νεκρόπολη δεν έχει βρεθεί, προφανώς ισοπεδώθηκε, δεν γνωρίζουμε καν τη θέση της. Η Αλεξάνδρεια έχει διαλυθεί από τσουνάμι, από φοβερούς σεισμούς, οι χριστιανοί κατέστρεψαν ό,τι μπορούσαν, ενώ τα χρόνια που ακολούθησαν, με την κατάκτηση των Αράβων η πόλη από 500.000 έφτασε να έχει 2.000 κατοίκους. Στο πέρασμα των αιώνων ο Αλέξανδρος έπαψε να λατρεύεται σαν θεός, οπότε σιγά σιγά χάνει τη σημασία του και οι άνθρωποι παύουν να ασχολούνται με τον τάφο.

Εξάλλου το χρυσάφι είχε αφαιρεθεί από την Κλεοπάτρα και η χρυσή σαρκοφάγος από τον Πτολεμαίο τον 4ο. Ωστόσο έχουμε μαρτυρίες από 4-5 αυτοκράτορες που είχαν επισκεφτεί τον τάφο στην Αλεξάνδρεια. Τον Ιούλιο Καίσαρα, τον Οκτάβιο, που βγαίνει δακρυσμένος και όταν τον ρωτούν οι στρατηγοί του γιατί κλαίει, εκείνος απαντά ότι «όσα έκανε ο Αλέξανδρος μέχρι τα 33 χρόνια του εγώ δεν θα τα κάνω όλη την υπόλοιπη ζωή μου».

Εχουμε τον Καλιγούλα, που παίρνει τον μεταλλικό θώρακα του Αλέξανδρου καθώς θεωρεί ότι είναι μετεμψύχωσή του, τον Σεπτίμιο Σεβήρο, που σφραγίζει τον τάφο, και τον Καρακάλλα, από τους χειρότερους αυτοκράτορες, που ανοίγει τον τάφο, τον προσκυνά και αφήνει τη χλαμύδα του. Ο τάφος έχει τρελάνει πολλούς Ελληνες. Δεν ξέρω γιατί, αλλά θεωρούν ότι τον τάφο του Αλέξανδρου πρέπει να τον βρει Ελληνας, όχι μελετώντας βιβλία και σχέδια, αλλά γιατί τον βλέπουν στον ύπνο τους. Εχουμε τον Αμβρόσιο Σκυλίτση το 1851, τον Στέλιο Κουμούτσο, σερβιτόρο στην Αλεξάνδρεια, που έκανε έξι ανασκαφές και έφτασε στο σημείο μέχρι να πλαστογραφήσει σχέδια και να πει ότι βρήκε τον τάφο, και τη Λιάνα Σουβαλτζή, που μας έκανε ρεζίλι διεθνώς με όσα ισχυριζόταν.

• Και για την Αμφίπολη τι λέτε;

Δεν θα μάθουμε ποτέ για ποιον έγινε το μνημείο, αφού έχει συληθεί κατ’ εξακολούθηση και δεν βρέθηκαν καθόλου κτερίσματα. Οσα συνέβησαν και ειπώθηκαν δεν ήταν επιστημονικά. Βγήκαν ακόμα και σοβαροί άνθρωποι και είπαν απίθανα πράγματα. Οταν βλέπεις τις σφίγγες με κομμένο κεφάλι είναι το πρώτο που σκέφτεσαι, αφού οι τυμβωρύχοι φοβούνταν το βλέμμα της σφίγγας.

• Τον περασμένο Δεκέμβριο διοργανώθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα το διεθνές συνέδριο «Ελληνιστική Αλεξάνδρεια: εορτάζοντας 24 αιώνες». Πόσο σημαντικό είναι;

Το εμπνεύστηκε ο Χρήστος Ζερεφός και το υποστήριξε το Ιδρυμα Βαρδινογιάννη καθώς τα τελευταία 10 χρόνια έχει ιδρύσει στην Αλεξανδριανή Βιβλιοθήκη το Τμήμα Ελληνιστικών Σπουδών και δίνει μεταπτυχιακά σε Ελληνες και Αιγυπτίους που ασχολούνται με την ιστορία της ελληνιστικής Αλεξάνδρειας. Ο Χρήστος σκέφτηκε να διοργανώνεται εναλλάξ στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα και να προβάλλει όχι μόνο τη φιλοσοφία, τον νεοπλατωνισμό αλλά και τις άλλες επιστήμες, την τεχνολογία.

Γιατί η Αλεξάνδρεια δεν προσέφερε πολλά στη φιλοσοφία, στην ουσία συνέχισε ό,τι ξεκίνησε η Αθήνα. Η προσφορά της είναι στην ιατρική, στην αστρονομία, στη μηχανική, στις επιστήμες γενικότερα. Αν δεν σταματούσε η εξέλιξη στην τεχνολογία, όπως πηγαίνουμε σήμερα με αεροπλάνο στη Νέα Υόρκη, έτσι θα πηγαίναμε σε άλλο πλανήτη. Είμαι σίγουρος. Οι άνθρωποι είχαν μεγάλη εξέλιξη.

Ηταν εντυπωσιακό το ρομπότ της θεραπαινίδος που παρουσίασε στο συνέδριο ο Μανόλης Κορρές, αυτός ο σεμνός και σπουδαίος επιστήμονας. Τον γνώρισα πριν από πολλά χρόνια, όταν δούλευε στα έργα συντήρησης στον Παρθενώνα και ένας Γάλλος συνάδελφός του μου είχε πει: «Θα σου γνωρίσω τον Λεονάρντο ντα Βίντσι του 20ού αιώνα». Ο Μανόλης Κορρές λοιπόν κατασκεύασε μια κούκλα που περπατάει χρησιμοποιώντας τις οδηγίες από τα χρόνια των Πτολεμαίων καθώς είχαν δημιουργήσει τη θεραπαινίδα που βάδιζε και σέρβιρε κρασί. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι είχαν μετρήσει τον κύκλο της Γης, όταν 1.000 χρόνια αργότερα αναρωτιούνταν ακόμα αν η Γη είναι στρογγυλή. Τόσο πίσω πήγαμε.

Και ας μην ξεχνάμε ότι τη στιγμή που η Υπατία υποστήριζε τις θέσεις της απέναντι σε ισχυρούς άντρες, στο Βατικανό επί έναν χρόνο έκαναν συναντήσεις για να αποφασίσουν αν η γυναίκα έχει ψυχή. Η Υπατία είχε δυνατότητα να μιλάει με τον κυβερνήτη, με τον Πατριάρχη και να εκφράζει αντίρρηση. Φανταστείτε πόσο μπροστά είχαν πάει εκείνοι και πόσο πίσω είμαστε εμείς.

 

ΤΑ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

Μετάφραση Στέλλα Ξυδιά από το κείμενο του  César Pinto.

Η Αλεξάνδρεια διέθετε υπέροχα ζαχαροπλαστεία – σαλόνια τσαγιού (συνήθεια και κληρονομιά των Άγγλων)-  αλλά αυτά ανήκαν κυρίως στους Έλληνες. Προσέφεραν υπέροχα γλυκά απ όλες τις χώρες . Γαλλικά,Βιεννέζικα, Ιταλικά,τούρκικα κλπ.
Θυμάμαι το  DELICES που είχε έναν διάδρομο με δυο εισόδους, η μία πλευρά προς Boulevard Saad Zaghloul και η άλλη πλευρά προς την θάλασσα απ όπου αγοράζαμε πάστες ανά δωδεκάδες για να τις προσφέρουμε στους καλεσμένους μας. Πολύ συχνά βέβαια τρώγαμε επί τόπου εκείνες τις υπέροχες πάστες με τα αμύγδαλα και τα καρύδια, τα baisers (δύο μαρέγκες με κρέμα σαντιγί), τα περίφημο τραγανό, κλπ ..
Ο Αθηναίος (ειδικός των mille-feuilles), στον σταθμό Ramleh, είχε μια ορχήστρα και μια πίστα για χορό. Χορεύαμε κάθε βράδυ , αλλά όλα τα απογεύματα, κατά την διάρκεια της εβδομάδας και το πρωί της Κυριακής, έπαιζε κλασική μουσική. Η ορχήστρα άλλαζε τον τόνο και οι φιλοξενούμενοι απολάμβαναν τους ήχους της A la Turca του Μότσαρτ, την Σερενάτα του Schubert και άλλα κομμάτια ελαφράς κλασσικής μουσικής. Ακόμα στο σταθμό Ramleh, αλλά στο απέναντι πεζοδρόμιο, κοντά στον κινηματογράφο Férial, ήταν το ζαχαροπλαστείο Monacos, το οποίο πουλούσε τους καλύτερους, τους μεγαλύτερους και τους πιο ζουμερούς μπαμπάδες.

Το Baudrot, στη γωνία των δρόμων Fouad και Sherif, του οποίου τα εκλέρ και οι άλλες γαλλικές σπεσιαλιτέ σερβίρονταν με ζεστή σοκολάτα. 

Αποτέλεσμα εικόνας για pastroudis alexandria

Ο Pastroudis, στην οδό Fouad δίπλα στον κινηματογράφο Amir, ήταν ταυτόχρονα αίθουσα τσαγιού και γκουρμέ εστιατόριο.

 Το Grand Trianon  στο Σταθμό Ramleh, ήταν ο βασιλιάς των μπουμπονιέρων και των πολυώροφων γαμήλιων τουρτών. 

Αποτέλεσμα εικόνας για Petit trianon alexandria

Το Petit Trianon, στην Λεωφόρο Saad Zaghloul 4, διέθετε αίθουσα τσαγιού και υπαίθριο κήπο.

Αποτέλεσμα εικόνας για Tornazaki Alexandria

Photo:/www.fototime.com

Δεν πρέπει να ξεχάσουμε και τον  Tornazaki στο 2 και  39 Boulevard Saad Zaghloul που ήταν διάσημος για τους λουκουμάδες και τα τρίγωνα (ένα είδος γεμιστού  τριγωνικού σιροπιαστού μπακλαβά με γέμιση από καρύδια). Οι πελάτες έτρεχαν εκεί την Κυριακή το πρωί για να απολαύσουν τους λουκουμάδες του για πρωινό.

Το Flückiger, στην οδό Phatios, πίσω από τo Eλβετικό ζαχαροπλαστείο Santa Lucia, είχε λανσάρει στην Αλεξάνδρεια τα υπέροχα cloclos (οι σημερινοί κώνοι παγωτού Cornetto Motta) και τα μικροσκοπικά, νόστιμα παστάκια.

Ο Manalis, στην οδό Toussoun, που ειδικευόταν στα μικρά πατέ αντσούγας και στα Ammareti.

Ο Tamvaco και ο Manolides, στην οδό Sesostris , πρόσφεραν διάφορα γεμιστά λουκούμια με καρύδια, φιστίκια κλπ. τα οποία ήταν τα πιο περιζήτητα στη Μέση Ανατολή και αλλού.

Στην οδό Chérif 14 – στην επαγγελματική ζώνη – ήταν το ζαχαροπλαστείο Unica, των οποίων τα brioche η ψωμάκια Βιέννης και τα κρουασάν άρεσαν ιδιαίτερα και παραδίδονταν απευθείας στα γραφεία κατόπιν παραγγελίας.

Στην Αλεξάνδρεια υπήρχαν και Συριακά αρτοσκευάσματα (Hassan Bleik)  με πολλές παραγγελίες για Khochafs, Sahlab και boghachas (ζεστή κρέμα με τυρί), κουνάφες με κρέμα και άλλα Συρο-Λιβανέζικα γλυκά.

Αποτέλεσμα εικόνας για Chatby Casino Alexandria 1950

Photo Pinterest

Τα βράδια χορεύαμε όπως είπα, στο Athineos, αλλά και στο Mayfair In στο Monseigneur, στο Blue Lodge, στο Swiss Cottage Pergola, στο πλοίο με θέα στη Μεσόγειο και ακόμη  στο Chatby Casino μια παραδοσιακή χαρτοπαικτική λέσχη στην οποία  είχαν παρουσιαστεί οι Maurice Chevalier, Jean Sablon και Charles Trenet  και που προσέφερε ποικίλα προγράμματα (τα οποία ονομάζαμε αξιοθέατα) με ακροβάτες, μίμους, ζογκλέρ, μιμητές κλπ.

Και δεν συζητώ καν για καφετέριες ή ζυθοποιίες, που θα μπορούσαν να είναι ξεχωριστό κεφάλαιο.

Φυσικά, όλα έχουν αλλάξει, αλλά το άρωμα παραμένει στα ρουθούνια μας, η γεύση στα χείλη μας και η μνήμη στις καρδιές μας …

Τότε…την μακρινή εκείνη εποχή…

Μην παραλείψετε να περάσετε από την σελίδα  http://www.aaha.ch/ όπου θα βρείτε ακόμα πολλές φωτογραφίες κείμενα κλπ από την Αλεξάνδρεια, που θα σας γυρίσουν πίσω στην εποχή των παιδικών και νεανικών σας χρόνων.